Σήμερα θα μιλήσουμε για ένα ιστορικό γεγονός το οποίο όλοι λίγο-πολύ γνωρίζουμε: Την Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843, που οδήγησε 6 μήνες αργότερα στην ψήφιση του πρώτου συντάγματος του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους, του Συντάγματος του 1844.
Πώς όμως φτάσαμε στην Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου; Ποιοι ήταν οι πρωτεργάτες, ποιος ο ρόλος των Μεγάλων Δυνάμεων και κυρίως,ποια ήταν τα γεγονότα που οδήγησαν τελικά στο ξέσπασμα της Επανάστασης;
Πάμε να γυρίσουμε λοιπόν πίσω,στο πρώτο μισό του δέκατου ένατου αιώνα, και συγκεκριμένα στις αρχές του 1843. Το νεαρό ελληνικό κράτος ήταν τότε μόλις 13 ετών και αποτελείτο από την Πελοπόννησο, τη Στερεά Ελλάδα, την Εύβοια, τις Κυκλάδες, τις Βόρειες Σποράδες και τα νησιά του Αργοσαρωνικού.
Βασιλιάς της χώρας ήταν ο 27χρονος Όθωνας, οποίος είχε συμπληρώσει 10 χρόνια στην Ελλάδα. Μαζί μετη σύζυγό του,Βασίλισσα Αμαλία, ζούσαν στην οικία Δεκόζη Βούρου, στη σημερινή πλατεία Κλαυθμώνος, καθώς περίμεναν εκείνο το καλοκαίρι να ολοκληρωθεί η κατασκευή των Ανακτόρων και να μετακομίσουν εκεί.
Ο Όθωνας κυβερνούσε ως απόλυτος μονάρχης – συγκέντρωνε δηλαδή στο πρόσωπό του όλες τις εξουσίες. Εξού και η πρώτη περίοδος της ιστορίας του ελληνικού κράτους ονομάζεται και «περίοδος της απόλυτης μοναρχίας».
Η περίοδος αυτή ξεκίνησε το 1833, τη χρονιά δηλαδή που έφτασε ο 17χρονος Όθωνας στην Ελλάδα, κι έληξε το 1844 όταν τέθηκε σε ισχύ το πρώτο σύνταγμα.
Όπως ξέρουμε το νεογέννητο ελληνικό κράτος, για να γίνει ανεξάρτητο, βοηθήθηκε από 3 Μεγάλες Δυνάμεις, που ονομάστηκαν Προστάτιδες: τη Μεγάλη Βρετανία, τη Γαλλία και τη Ρωσία. Οι Μεγάλες Δυνάμεις τις εποχής ήταν 5 – πράγμα που οι περισσότεροι αγνοούμε. Την πεντάδα συμπλήρωναν η Αυστρία και η Πρωσία. Αλλά επειδή καμία τους δεν ήταν θετική στη δημιουργία ανεξάρτητου ελληνικού κράτους, δεν τις βλέπουμε να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην ιστορίας μας – όχι ακόμα τουλάχιστον.
Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία και Ρωσία λοιπόν δεν βοήθησανμόνο στρατιωτικά και διπλωματικά να δημιουργηθεί το ανεξάρτητο ελληνικό κράτος,αλλά και οικονομικά. Πέρα από τα δάνεια της περιόδου της Επανάστασης, δάνειο συμφωνήθηκε και το 1832, όταν επιλέχθηκε ο Όθωνας ως πρώτος βασιλιάς της Ελλάδας.
Πάμε λοιπόν πίσω, στα πρώτα χρόνια ζωής του ελληνικού κράτους,να δούμε την πολιτική κατάσταση αυτής της περιόδου,της περιόδου τηςΑπόλυτης Μοναρχίας.
Τότε στην πολιτική σκηνή πρωταγωνιστούσαν τα λεγόμενα ξενικά κόμματα, το αγγλόφιλο, το γαλλόφιλο και το ρωσόφιλο. Πρόκειται για σχηματισμούς που είχαν δημιουργηθεί κατά τη διάρκεια της Επανάστασης και μετά την απελευθέρωση μετεξελίχθηκαν σε κομματικούς σχηματισμούς.
Καθένα από αυτά ταυτιζόταν με την Προστάτιδα Δύναμη που θεωρούσε ότι ήταν η καταλληλότερη αφενός για να προωθήσει την επέκταση των συνόρων του ελληνικού κράτους και αφετέρου για να επηρεάσει την εσωτερική του διάρθρωση, σύμφωνα με τα δικά της διοικητικά πρότυπα.
Βρισκόμαστε λοιπόν στις αρχές του 1843, εκλογές εξυπακούεται ότι δεν γίνονταν τότε… Ο βασιλιάς επέλεγε κάθε φορά σε ποιο κόμμα και σε ποιο πρόσωπο θα έδινε την εξουσία. Εν προκειμένω, είχε δώσει προβάδισμα στο γαλλόφιλο κόμμα,το οποίο όμως αντιμετώπιζε σοβαρά εσωτερικά προβλήματα. Ο αρχηγός του, Ιωάννης Κωλέττης, είχε αρνηθεί να συμμετέχει στην κυβέρνηση, διαφωνώντας με τα πρόσωπα που είχαν επιλεγεί, ενώ δύο άλλες προσωπικότητες του κόμματος, ο Ιωάννης Μακρυγιάννης και ο ΡήγαςΠαλαμήδης,είχαν περάσει στην αντιπολίτευση.
Να σημειώσουμε εδώ ότι λίγους μήνες νωρίτερα, το φθινόπωρο του 1842, είχε σχηματιστεί μια συνωμοσία στην οποία συμμετείχαν μέλη και των τριών λεγόμενων ξενικών κομμάτων. ΟΑνδρέας Μεταξάς, ο Ζωγράφος και ο Μιχαήλ Σούτσος από το ρωσόφιλο κόμμα, ο Ανδρέας Λόντος από το αγγλόφιλο και ο Μακρυγιάννης με τον Ρήγα Παλαμήδη από το γαλλόφιλο κόμμα. Στόχος της λεγομένης τρικομματικής συνωμοσίας ήταν αφενόςη εκδίωξη των Βαυαρώνπου υπηρετούσαν ακόμα στο στρατό και στη διοίκηση και αφετέρου η θέσπισηΣυντάγματος.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στη συνωμοσία αυτή, από τους αρχηγούς των τριών λεγόμενων ξενικών κομμάτων συμμετείχε μόνο ο Ανδρέας Μεταξάς, αρχηγός του ρωσόφιλου κόμματος. Οι αρχηγοί των δύο άλλων κομμάτων, ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος του αγγλόφιλου και ο Ιωάννης Κωλέττης του γαλλόφιλου, δεν είχαν εμπλακεί στη συνωμοσία.
Παράλληλα, το ελληνικό κράτος αντιμετώπιζε για άλλη μια φορά σοβαρά οικονομικά προβλήματα – σιγά την πρωτοτυπία! Στις 10 Ιανουαρίου 1843 ο Ρίζος Νερουλός, Γραμματέας επί των Εξωτερικών – Υπουργός Εξωτερικών δηλαδή – ανακοίνωσε στις ΤρειςΔυνάμεις ότι η Ελλάδα αδυνατούσε να πληρώσει την τακτική εξαμηνιαία δόση του δανείου και ζήτησε την εγγύησή τους για να συναφθεί νέο δάνειο ώστε να μπορέσει η χώρα να ανταποκριθεί στις οφειλές της. Αυτό δεν ήταν κάτι καινούριο – στο παρελθόν ο Όθωνας είχε κατορθώσει να αποτρέψει οικονομικές κρίσεις εξασφαλίζοντας δάνεια από την Προστάτιδα Δύναμη που το κόμμα της στην Ελλάδα είχε προβάδισμα την εκάστοτε περίοδο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση λοιπόν, η Γαλλία ήταν εκείνη που αναμένετο να βοηθήσει, καθώς το γαλλόφιλο κόμμα ήταν στην κυβέρνηση.
Έλα μου όμως που αυτή τη φορά οι Δυνάμεις αρνήθηκαν να εγγυηθούν έγκριση δανείου. Σε αυτό έπαιξε σίγουρα ρόλο το γεγονός ότι ο Όθωνας είχε καταφέρει να αποξενωθεί και από τις Τρεις Δυνάμεις, με αποτέλεσμα αυτές να συνασπιστούν τελικά εναντίον του. Το ίδιο συνέβη και με τα λεγόμενα ξενικά κόμματα.
Ο Όθωνας, έχοντας κατά καιρούς δώσει προβάδισμα στην εξουσία σε όλα τα κόμματα,είχε καταφέρει για ένα μικρό χρονικό διάστημα αυτά να μη συνασπιστούν μεταξύ τους. Ταυτόχρονα όμως, το προσωρινό προβάδισμα στην εξουσία που απόκτησε καθένα από τα κόμματα, έκανε και τα τρία να συνειδητοποιήσουν πόσο απρόθυμος ήταν εν τέλει ο βασιλιάς να τους εκχωρήσει πραγματική εξουσία.
Η ελληνική κυβέρνηση, σε μια προσπάθεια να βάλει σε μια τάξη τα ασυμμάζευτα, προχώρησε σε κάποιες περικοπές δαπανών.Πρώτα-πρώτα έκανε το γνωστό: περικοπές των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων. Ένα άλλο μέτρο που πήρε ήταν η κατάργηση των ελληνικών διπλωματικών αποστολών – κλείσαμε κάποιες πρεσβείεςμας δηλαδή, και όχι τίποτα τριτοκλασσάτες…κλείσαμε τις πρεσβείες σε Παρίσι και Λονδίνο…Ωστόσο, τα μέτρα αυτά δεν ήταν αρκετά ώστε να εξασφαλιστούν τα χρήματα που χρειάζονταν για την αποπληρωμή της δόσης του δανείου.
Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία ανάγκασαν ουσιαστικά την Ελλάδα να υπογράψει μια οικονομική σύμβαση, σύμφωνα με την οποία ο ετήσιος τόκος και το χρεολύσιο ξεπερνούσαν τα 3,6 εκατομμύρια φράγκα. Ορίστηκαν μάλιστα συγκεκριμένα κρατικά έσοδα που θα εξυπηρετούσαν το δάνειο. Την επίβλεψη της όλης διαδικασίας θα την είχαν οι Μεγάλες Δυνάμεις, ενώ ένας πράκτορας του οίκου Ρότσιλντ θα εγκαθίστατο στην Ελλάδα για να εξασφαλίζεται ότι θα μεταφέρονται τα χρήματα από το ελληνικό δημόσιο ταμείο στους ξένους πιστωτές. Έλεγχος κανονικός και με τα όλα του!
Αυτή η συλλογική ενέργεια των Προστάτιδων Δυνάμεων έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο στο ξέσπασμα της Επανάστασης. Πρώτα-πρώτα, αδυνάτισε η θέση του τότε πρωθυπουργού Χρηστίδη, μιας και ήταν του γαλλόφιλου κόμματος και η Γαλλία είχε συμφωνήσει στα σκληρά μέτρα.Πλέον δεν υπήρχε κανένα εμπόδιο γιανα συνεργαστεί με τα άλλα 2 κόμματα στην λεγόμενη τρικομματική συνομωσία.
Από την άλλη το Στέμμα, το οποίο οι Έλληνες ως τότε το έβλεπαν ως πηγή ξένης συμπαράστασης, είχε καταλήξει να είναι εθνικό βάρος. Στον Όθωνα επέρριπταν τις ευθύνες για τη συνένωση των Προστάτιδων Δυνάμεων εναντίον της Ελλάδας αλλά και για το γεγονός ότι δεν μπόρεσε να αποτρέψει την εθνική ταπείνωση. Πλέον ήταν πολλοί εκείνοι που δεν θεωρούσαν τον Όθωνα ικανό να έχει απόλυτη εξουσία,και η Επανάσταση έμοιαζε ο μόνος τρόπος για να αποτραπεί ο νέος ξένος έλεγχος.
Τον Σεπτέμβριο του 1843 το Σύνταγμα έμοιαζε για τους περισσότερους Έλληνες ο μόνος τρόπος για να βγει ο τόπος από το διοικητικό χάος. Εξυπακούεται βέβαια ότι τα σκληρά οικονομικά μέτρα, και ιδίως οι περικοπές που έγιναν στους μισθούς, έπαιξαν κομβικό ρόλο τόσο στη δημιουργία συνωμοσιών που θα οδηγούσαν στην Επανάσταση, όσο και στη στήριξη της Επανάστασης από το λαό. Παραδείγματος χάριν, η απόλυση από τον στρατό αλλά και οι μειώσεις μισθών το 1843 ανέδειξαν περαιτέρω την ανισότητα που επικρατούσε μεταξύ Ελλήνων και Βαυαρών, διότι ενώ οι Έλληνες απολύονταν, ο βασιλιάς διατηρούσε τους Βαυαρούς στην υπηρεσία τους.
Αρχικά οι συνωμότες είχαν ορίσει ως ημερομηνία ξεσπάσματος της επανάστασης την 25η Μαρτίου 1844 – η 25η Μαρτίου είχε οριστεί με βασιλικό διάταγμα ως ημέρα εορτασμού της Εθνικής Επετείου ήδη από το 1838, οπότε η επιλογή της συγκεκριμένης ημέρας έγινε φυσικά για συμβολικούς λόγους. Τα γεγονότα όμως τους πρόλαβαν.Οι κινήσεις των Μεγάλων Δυνάμεων ανάγκασαν τους συνωμότες να δράσουν νωρίτερα.
Ο Ανδρέας Μεταξάς, ο Ανδρέας Λόντος και ο ΚωνσταντίνοςΖωγράφος αποφάσισαν να προχωρήσουν στην εξέγερση άμεσα, παρά το γεγονός ότι δεν είχαν εξασφαλίσει την υποστήριξη της φρουράς των Αθηνών, δηλαδή των στρατιωτικών μονάδων που έδρευαν στην Αθήνα.Για την ακρίβεια, υπολόγιζαν σε έναν και μόνο υπολοχαγό για να ξεσηκώσει την φρουρά των Αθηνών – καταλαβαίνουμε λοιπόν ότι το όλο εγχείρημα είχε απειροελάχιστες πιθανότητες να μην καταλήξει σε φιάσκο. Και κάπου εδώ κάνει την εμφάνισή του ο λεγόμενος αστάθμητος παράγοντας. Κάτι που αρχικά θεωρήθηκε ατυχία αλλά που τελικά κατέληξε σε μεγάλη καλοτυχία για την επανάσταση.
ΟΑνδρέας Μεταξάς ανακάλυψε ότι ο Γενναίος Κολοκοτρώνης, γιος του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και υπασπιστής του Όθωνα, είχε μάθει για την ύπαρξη συνωμοσίας. Όταν ο Κολοκοτρώνης, που ήταν στενός φίλος με τον Μεταξά, τον ρώτησε αν είχε κάποια σχέση με τη συνωμοσία, ο Μεταξάς προσποιήθηκε τον αθώο και έπεισε τον Κολοκοτρώνη να μην ενημερώσει σχετικά την Αυλή, μέχρι ο ίδιος – ο Μεταξάς δηλαδή – να κατορθώσει να συγκεντρώσει ορισμένες πληροφορίες. Με αυτό τον τρόπο οι συνωμότες αφενός κέρδισαν χρόνο και αφετέρου φοβήθηκαν τόσο πολύ ώστε προέβησαν σε πιο αποτελεσματικές προετοιμασίες.
Μια από τις πιο γνωστές και πρωταγωνιστικές φυσιογνωμίες της επανάστασης του 1843 ήταν ο ΔημήτριοςΚαλλέργης, διοικητής του ιππικού στηνΑθήνα, ο οποίος μυήθηκεστη συνομωσία μόλις τον Αύγουστο του 1843.Το ίδιο και ο Σκαρβέλης, διοικητής του πεζικού στην Αθήνα αλλά και ο Σπυρομήλιος, διοικητής της Σχολής Ευελπίδων. Δεν συνέβη όμως το ίδιο και με τον Σχινά, διοικητή του πυροβολικού, ο οποίος όταν ρωτήθηκε αν θα συμμετείχε στην επαναστατική κίνηση δεν απάντησε ούτε θετικά ούτε αρνητικά.
Το σχέδιο ήταντη νύχτα της 1ης Σεπτεμβρίου ο Μακρυγιάννης με δική του ένοπλη ομάδα να αρχίσουν πυροβολισμούς και στη συνέχεια ο Καλλέργης και ο Σκαρβέλης να οδηγήσουν τα τμήματά τους στα Ανάκτορα ώστε να τα αποκλείσουν. Τα πράγματα όμως δεν πήγαν όπως είχε σχεδιαστεί, μιας και στο μεταξύ η Αυλή είχε πληροφορηθεί την ύπαρξη συνωμοσίας, κι έτσι το επόμενο πρωί ο Μακρυγιάννης βρήκε το σπίτι του να επιτηρείται από τη χωροφυλακή.
Στις 2 Σεπτεμβρίου καταρτίστηκε με εντολή του Όθωνα κατάλογος με ονόματα 83 υπόπτων που έπρεπε να συλληφθούν,ενώ εκδόθηκεκαι διάταγμα για να συσταθεί ειδικό στρατοδικείο για τη δίωξη των συνωμοτών. Κηρύχθηκε επιφυλακή στους στρατώνες, διπλασιάστηκε η ανακτορική φρουρά ενώ τοποθετήθηκε και στρατιωτικό τμήμα στην περιοχή της εκκλησίας της Αγίας Ειρήνης στην οδό Αιόλου.
Οι συλλήψεις όμως καθυστέρησαν,δίχως να είναι ξεκάθαρο το γιατί. Πιθανώς αυτό να οφειλόταν στην εγγενή αναποφασιστικότητα του Όθωνα, ή στο γεγονός ότι φήμες για συνωμοσίες κυκλοφορούσαν πολύ συχνά κατά καιρούς, με αποτέλεσμα τόσο η Αυλή όσο και ο λαός να είναι αρκετά δύσπιστοι απέναντι στο αν ήταν αληθινές ή όχι οι διαδόσεις. Μάλλον το πιο πιθανό είναι ότι ο Όθωνας ήλπιζε ότι με τη λήψη αυτών των μέτρων θα εκφόβιζε τους συνωμότες και θα τους ανάγκαζε να εγκαταλείψουν τα σχέδιά τους, δίχως να χρειαστεί να προβεί σε συλλήψειςκαι δίκες επιφανών προσωπικοτήτων και από τα 3 κόμματα, που θα ξεσήκωναν λαϊκή αναταραχή.
Η λήψη όμως αυτών των μέτρων κατέληξε να πυροδοτήσει την έκρηξη της επανάστασης. Ο Μακρυγιάννης κατόρθωσε να ειδοποιήσει το Μεταξά και τον Καλλέργη για τον αποκλεισμό του σπιτιού του κι έτσι οι φήμες για επικείμενες συλλήψεις φαινόταν να επιβεβαιώνονται. Με την απειλή της σύλληψης να κρέμεται πάνω από τα κεφάλια τους, οι συνωμότες αποφάσισαν να δράσουν άμεσα – την ίδια εκείνη νύχτα.
Ο Μακρυγιάννης και ο Καλλέργης έχουν δώσει 2 διαφορετικές εκδοχές για τον τρόπο με τον οποίο ξέσπασε η επανάσταση το βράδυ της 2ας προς 3η Σεπτεμβρίου 1843.Ο Μακρυγιάννης διηγείται στα απομνημονεύματά του ότι η ανταλλαγή πυροβολισμών στο σπίτι του, που ήταν περικυκλωμένο από τη χωροφυλακή, έδωσε το σύνθημα για την έναρξη της επανάστασης, μεταφέροντας τη δράση στους στρατώνες από όπου Καλλέργης καιΣκαρβέλης ξεκίνησαν για τα Ανάκτορα.
Ο Καλλέργης από την άλλη διηγήθηκε μια διαφορετική εκδοχή. Σύμφωνα με αυτή, στις 2 Σεπτεμβρίου το βράδυ ο Καλλέργης παρακολούθησε μια παράσταση και μετά πήγε να συναντήσει τον Λόντο και τονΜεταξά, αλλά δεν τους βρήκε στα σπίτια τους. Στη συνέχεια πήγε στο σπίτι του Μακρυγιάννη και τον βρήκε με το νυχτερινό του σκούφο – ο Καλλέργης δεν κάνει καμία αναφορά ούτε για χωροφυλακή ούτε για ανταλλαγή πυροβολισμών. Έπειτα κατέληξε στους στρατώνες για να ξεσηκώσειτις δυνάμεις του ιππικού και του πεζικού. Ύψωσε το σπαθί του, φώναξε «Ζήτω το Σύνταγμα», οι στρατιώτες επανέλαβαν την κραυγή και ξεκίνησαν, παίρνοντας την οδό Αιόλου και από κει την Ερμού, ώσπου έφτασαν στον ανοιχτό χώρο που βρισκόταν μπροστά από τα νεόδμητα Ανάκτορα. Δόθηκε μάλιστα εντολή να ανοιχτεί η φυλακή του Μεντρεσέ και να απελευθερωθούν οι κρατούμενοι.
Είχαν φτάσει μεσάνυχτα όταν στα Ανάκτορα, ακούγοντας τους πυροβολισμούς από το σπίτι του Μακρυγιάννη, συμπέραναν ότι η φρουρά είχε διασκορπίσει τους συνωμότες. Δεν άργησαν όμως να ειδοποιηθούν ότι οι μονάδες του ιππικού και του πεζικού πλησίαζαν στα Ανάκτορα ζητώντας Σύνταγμα. Ο Όθωνας ήταν ξύπνιος, καθώς εργαζόταν μέχρι αργά, όπως συνήθιζε. Έδωσε τότε διαταγή στον ταγματάρχη Σχινά, τον διοικητή του πυροβολικού, να διαλύσει τους στρατιώτες με κανονιοβολισμούς, ενώ έστειλε τον Γραμματέα των Στρατιωτικών Βλαχόπουλο και τον υπασπιστή του Γαρδικιώτη Γρίβα να πείσουν τον στρατό να επιστρέψει στους στρατώνες. Εκείνοι δεν πρόλαβαν να κάνουν και πολλά, αφού συνελήφθησαν προτού καν προφτάσουν να πλησιάσουν τον κύριο όγκο των στρατιωτών.
Όλα πλέον φαινόταν να εξαρτώνται από το τι θα έκανε ο Σχινάς – όπως είπαμε λίγες εβδομάδες νωρίτερα, όταν οι συνωμότες τον πλησίασαν για να τον μυήσουν, εκείνος δεν τους απάντησε θετικά αλλά ούτε και αρνητικά. Έτσι παρέμενε αμφίβολο το τι στάση θα κρατούσε.Όταν έφτασε στα ανάκτορα, ο Σχινάς αντί να διατάξει να στραφούν τα κανόνια εναντίον του πλήθους, διέταξε να στραφεί ένα απέναντι σε κάθε είσοδο των Ανακτόρων. Με αυτή του την κίνηση ο Σχινάς αφαίρεσε από το βασιλιά κάθε δυνατότητα στρατιωτικής αντίστασης.
Αρχικά ο Όθωνας εμφανίστηκε στον εξώστη των ανακτόρων,καιόταν ο Καλλέργης του φώναξε ότι ο λαός θέλει Σύνταγμα απάντησε ότι θα μελετούσε το αίτημα μόνο αφού αποσυρόταν ο στρατός και του δινόταν η ευκαιρία να συμβουλευτεί το υπουργικό του συμβούλιο, το Συμβούλιο της Επικρατείας και τις Προστάτιδες Δυνάμεις. Να σημειώσουμε εδώ ότι το Συμβούλιο της Επικρατείας τότε εκτελούσε χρέη ανώτατου συμβουλευτικού σώματος, πουέδινε τη γνώμη του στον βασιλιά πάνω σε σοβαρά κυβερνητικά θέματα.
Ο Καλλέργης όμως αρνήθηκε να διατάξει υποχώρηση, κι όταν έγινε σαφές ότι ο στρατός δεν επρόκειτο να διαλυθεί,οΌθωνας εμφανίστηκε σε ένα παράθυρο του πρώτου ορόφου μαζί με τον ταγματάρχη Hess (Ες)έναν από τους πιο μισητούς Βαυαρούς. ΟΚαλλέργης τότε παρέδωσε στον βασιλιά ένα κείμενο που περιείχε τους όρους του Συντάγματος και απαίτησε να του δοθεί άμεσα απάντηση. Ο Ες επέμενε να απομακρυνθούν οι στρατιώτες, με τον Καλλέργη να απαντά «Ταγματάρχα Ες, μην αναμειγνύεστε! Για σαςείναι το πλοίο υπ’ ατμόν στο λιμάνι του Πειραιά –και θα λυπηθώ αν οι Μεγαλειότητές τους δεν επωφεληθούν και αυτές του ιδίου ατμοπλοίου».
Εν τω μεταξύ, ένοπλοι στρατιώτες είχαν θέσει υπό επιτήρηση τα σπίτια των υπουργών ενώ κάλεσαν τους συμβούλους να προσέλθουν στην αίθουσα συνεδριάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας όπου βρισκόταν ήδη ο Μεταξάς ο Ζωγράφος και ο Παλαμήδης. Η συνεδρίαση ξεκίνησε γύρω στις 3 το πρωί, με το κτίριο να φρουρείται.
Βέβαια, οι επαναστάτες δεν είχαν συγκαλέσει το Συμβούλιο της Επικρατείας για να γίνει ελεύθερη συζήτηση σχετικά με τις αλλαγές που έπρεπε να επιβληθούν, αλλά προκειμένου να επιτύχουν κάποιουείδους νομιμοποίηση των επαναστατικών διαδικασιών.
Το Συμβούλιο αποδέχτηκε διάφορα διατάγματα προς υποβολή στο βασιλιά. Το ένα προέβλεπε τη σύγκληση Εθνοσυνέλευσης μέσα σε 30 μέρες, ένα άλλο το διορισμό προσωρινής κυβέρνησης που τα μέλη της επέλεξε αρχικά ο Μακρυγιάννης και ένα τρίτο εκχωρούσε στο υπουργικό συμβούλιο το δικαίωμα να συγκαλέσει τη Συνέλευση. Μετά από πρόταση του Ζωγράφου, το Συμβούλιο της Επικρατείας διόρισε επιτροπή για να υποβάλει τα διατάγματα προς υπογραφή στον Όθωνα.
Νωρίς το πρωί της 3ης Σεπτεμβρίου η επιτροπή κατευθύνθηκε στα Ανάκτορα συνοδευόμενη από ένοπλη φρουρά. Ο βασιλιάς, αφού αποδέχθηκε τα έγγραφα, ζήτησε την άδεια να συμβουλευτεί τους πρεσβευτές των Προστάτιδων Δυνάμεων πριν λάβει την τελική του απόφαση. Η επιτροπή όμως του έθεσε χρονικό όριο για να συναινέσει.
Μετά από λίγο οι ξένοι πρεσβευτές συναντήθηκαν και προσπάθησαν να μπουν στα Ανάκτορα, αλλά ο Καλλέργης τους απαγόρευσε την είσοδο, μιας και φοβόταν ότι θα επηρέαζαν τον Όθωνα. Τους διαβεβαίωσε ωστόσο ότι κανένα κακό δεν θα συνέβαινε στο βασιλιά. Έτσι οι πρεσβευτές αποσύρθηκαν.
Σύμφωνα με τον Μακρυγιάννη, οι πρεσβευτές Βρετανίας, Γαλλίας και Ρωσίας γνώριζαν για τη συνωμοσία, αφούόπως αναφέρει, ο ίδιος είχε παρουσιάσει τους στόχους της συνωμοσίας στον καθέναν τους ξεχωριστά. Το έκανε δε με τέτοιο τρόπο ώστε ο καθένας να περιμένει ότι η συνωμοσία θα προωθούσε τις επιδιώξεις της δικής του κυβέρνησης. Όπως και να’ χει, το γεγονόςότι οι πρεσβείες των τριώνΠροστάτιδωνΔυνάμεωνδεν διαμαρτυρήθηκαν,ισοδυναμούσε ουσιαστικά με υποστήριξη.
ΟΌθωνας, ακούγοντας τη βοή του πλήθους να δυναμώνει έξω από τα Ανάκτορα και μαθαίνοντας ότι ο Καλλέργης δεν επέτρεψε την είσοδο των 3 πρεσβευτών, αποφάσισε να δεχτεί τα αιτήματα των επαναστατών. Παρά το γεγονός ότι ο Όθωνας υπέγραψε τα διατάγματα, ο Καλλέργης αρνήθηκε να αποσύρει το στρατό μέχρι να παρουσιαστεί στον βασιλιά το νέο υπουργικό συμβούλιο. Έτσι και έγινε.
Οι νέοι υπουργοί ορκίστηκαν και κατόπιν ζητήθηκε από το βασιλιά να υπογράψει δύο ακόμη διατάγματα. Σύμφωνα με το πρώτο, η 3η Σεπτεμβρίου οριζόταν ως εθνική εορτή και απονέμονταν μετάλλια στους συνωμότες σε ένδειξη ευγνωμοσύνης για την πράξη τους. Σύμφωνα με το δεύτερο, οΌθωνας θα εξέφραζε τις ευχαριστίες τουσε εκείνους για την τήρηση της τάξης. Θεωρώντας ταδιατάγματα αυτά εξαιρετικά προσβλητικά, ο Όθωνας αρνήθηκε να τα υπογράψει και σκέφτηκε να παραιτηθεί. Το υπουργικό συμβούλιο ωστόσο επέμενε ότι τα διατάγματα αυτά ήταν ο μόνος τρόπος να ηρεμήσει ο λαός.
Εν τω μεταξύ, το διπλωματικό σώμα είχε καταφέρει τελικά να μπει στα ανάκτορα, βρίσκοντας έναν Όθωνα οργισμένο, με μάτια δακρυσμένα, αλλά όχι φοβισμένο. Ο βασιλιάς απευθυνόμενος στο διπλωματικό σώμα είπε:
- «Παραιτήθην όλων των προνομίων μου, δεν είμαι πλέον Βασιλεύς… εφ’ όσον μου επέβαλον τους Υπουργούς, Εθνική Συνέλευση, Σύνταγμα, εφ’ όσον ο στρατός έπαυσε να με υπακούει…»
Και πρόσθεσε:
- «Στην Ελλάδα, Σύνταγμα σημαίνει ούτε λίγο ούτε πολύ λεηλασία».
Τελικά, ο Όθωνας αναγκάστηκε να υπογράψει τα 2 διατάγματα, κατόπιν παρότρυνσης των πρεσβευτών των δυνάμεων.
Εν τω μεταξύ, το συγκεντρωμένο πλήθος,προκειμένου να μην παραβιάσει τις πόρτες των Ανακτόρων, απαιτούσε να εμφανιστεί ο βασιλιάς στον εξώστη μαζί με τους υπουργούς τουκαι να ζητωκραυγάσει υπέρ του συντάγματος. Τότε όμως οι υπουργοί ανακοίνωσαν ότι όλα τα αιτήματα των επαναστατών είχαν γίνει αποδεκτά και διέταξαν το πλήθος να διαλυθεί και τον στρατό να επιστρέψει στους στρατώνες.
Η ώρα ήταν πια 3 το απόγευμα όταν λαός και στρατός είχαν αδειάσει την πλατεία και οι άνθρωποι γύρισαν στις συνηθισμένες τους ασχολίες.
Τα νέα για την επανάσταση έγιναν δεκτά στις επαρχίες με μεγάλο ενθουσιασμό, ενώ λίγες μέρες αργότερα οι Βαυαροί που είχαν απομείνει απολύθηκαν από τις θέσεις τους και απομακρύνθηκαν άμεσα από τη χώρα.
Η σύγκλιση τις Α΄ Εθνοσυνέλευσης,που θα ψήφιζε το πρώτο Σύνταγμα του Ελληνικού Κράτους, είχε δρομολογηθεί. Όσα συνέβησαν κατά τη διάρκεια αυτής της ιστορικής εκείνης Εθνοσυνέλευσης θα τα δούμε στο επόμενο επεισόδιο.