Ζητούνται πρόσφυγες να δουλέψουν!
Δημήτρης Καμπουράκης
Ο συγκεκριμένος άνθρωπος (ας τον πούμε κύριο Νίκο), ούτε τις ιδιαίτερες πτυχές του μεταναστευτικού προβλήματος γνωρίζει, ούτε στην ελληνικο- ευρωπαϊκή νομοθεσία για τους πρόσφυγες έχει εντρυφήσει, ούτε γνώση της αυξομείωσης των μεταναστευτικών ροών ανά περίοδο έχει. Έχει όμως ανοικτό και συνάμα πρακτικό μυαλό, καθώς κι ένα μεγάλο κτήμα έξω από την Σπάρτη.
Στο κτήμα εκτός από το πολυτελέστατο εξοχικό σπίτι με πισίνα, υπάρχει ένα ωραιότατο και ευρύχωρο σπίτι για το προσωπικό. Το κτήμα έχει κήπους με λουλούδια και αρωματικά βότανα, πολλές ελιές, κηπευτικά, κοτέτσι με πουλερικά, στάβλο με λίγες κατσίκες και πρόβατα… τέλος πάντων, ας πούμε ότι είναι μια σχετικά αυτόνομη μονάδα που συμπυκνώνει το μεράκι του επαρχιώτη Νίκου που έφυγε απ’ τον τόπο του, πρόκοψε στην Αθήνα, αλλά ποτέ δεν ξέκοψε απ’ τα πατρογονικά του.
Μέχρι πρότινος, το κτήμα το «κρατούσε» ένα ζευγάρι ντόπιων από το παρακείμενο χωριό (οκτώ χιλιόμετρα από την Σπάρτη είναι), αλλά μετά από μια δεκαπενταετία τα γηρατειά έκαναν το θαύμα τους. Έμεινε το κτήμα δίχως επιτήρηση και περιποίηση. Ο κύριος Νίκος έψαξε στην περιοχή για κανέναν ντόπιο που ήθελε να δουλέψει εκεί, μάταιος κόπος. Μήτε νέος, μήτε μεσόκοπος προσφέρθηκε.
Άνθρωπος δίχως ταμπού και παρωπίδες ο κύριος Νίκος, σκέφτηκε το προφανές. Να εγκαταστήσει εκεί κάποιον μετανάστη ή καλύτερα κάποιο ζευγάρι μεταναστών. Αν έχουν και παιδί, ακόμα καλύτερα. Άλλη εμπιστοσύνη έχεις σε μια οικογένεια και άλλη σε έναν ή δύο ξέμπαρκους άνδρες. Οι συνθήκες ζωής και εργασίας που προσφέρει μοιάζουν ιδανικές.
Δουλειά για όλο τον χρόνο στο κτήμα υπάρχει. Θα προσέχουν το εξοχικό, θα καλλιεργούν τα δέντρα και τους κήπους, θα ποτίζουν το καλοκαίρι, θα περιποιούνται τα ζώα, γενικώς θα είναι αγρότες πολυτελείας και ολίγον ξενοδόχοι όταν ο ιδιοκτήτης ή κάποιοι φίλοι του κατεβαίνουν από την Αθήνα. Το ζευγάρι των μεταναστών θα πληρώνεται και θα ασφαλίζεται κανονικά, το σπίτι του προσωπικού είναι μια χαρά για μια οικογένεια, σχολείο υπάρχει κοντά, ενώ διατίθεται κι ένα παλιό αυτοκίνητο για τις μετακινήσεις τους. Όπως καταλάβατε, ο κύριος Νίκος δεν έχει οικονομικό πρόβλημα και αγαπά πολύ το κτήμα του.
Άρχισε λοιπόν να ψάχνει ο κύριος Νίκος. Πήρε τηλέφωνο το υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου. «Θέλω ένα ζευγάρι ή μια οικογένεια μεταναστών με χαρτιά, οι οποίοι μπλα, μπλα, μπλα…». Η απάντηση ήταν σαφέστατη. «Εμείς κύριε, δεν ασχολούμαστε με την ένταξη των μεταναστών. Μόλις πάρουν χαρτιά και φύγουν απ’ τις δομές, δεν είναι πια στην αρμοδιότητα του υπουργείου μας.»
Καθαρές κουβέντες.
«Και που να ψάξω δηλαδή;» ξαναρώτησε ο άνθρωπος. «Τι να σας πω, δεν ξέρω» ήταν η απάντηση του τηλεφωνητή. «Μα ολόκληρο υπουργείο μετανάστευσης και δεν μπορείτε να μου πείτε πως μπορεί κάποιος να δώσει δουλειά σε μετανάστες;» επαναστάτησε ο κύριος Νίκος. Τότε ήταν που ήρθε το τελειωτικό χτύπημα. «Είστε ο πρώτος που διατυπώνει τέτοιο αίτημα. Δεν μου έχει ξανατύχει.»
Τι να κάνει ο εμβρόντητος κύριος Νίκος, γκούγκλαρε μήπως και βρει καμιά άλλη άκρη. Είδε ότι ο δήμος Αθηναίων έχει μια υπηρεσία υποβοήθησης προσφύγων. Πήρε τηλέφωνο. «Α όχι, εδώ βοηθούμε τους πρόσφυγες και τους μετανάστες να ενημερωθούν για τα δικαιώματα τους, για τα επιδόματα που δικαιούνται, για να βγάλουν κανένα πρόσθετο έγγραφο που χρειάζονται, για να μάθουν που υπάρχουν συσσίτια, αλλά για τους βρούμε δουλειά δεν ασχολούμαστε. Μήπως να πάρετε σε καμιά δομή μεταναστών; Έχει πολλούς εκεί.»
Βρήκε ο κύριος Νίκος το τηλέφωνο μιας δομής στην οποία μένουν μερικές χιλιάδες μετανάστες, αλλά η αντιμετώπιση του ήταν πολύ χειρότερη. Κυνική. «Ακούστε κύριε. Οι πρόσφυγες που είναι εδώ δεν θέλουν να μείνουν στην Ελλάδα και να δουλέψουν, θέλουν να φύγουν για Ευρώπη. Εμείς δεν θα τους κατευθύνουμε σε κάτι που αυτοί δεν θέλουν.» Κουφάθηκε ο κύριος Νίκος. «Και δηλαδή τι κάνουν όλη μέρα εκεί στην δομή; Κάθονται και τρώνε; Τι κράτος είστε εσείς;» Η απάντηση ήταν μάλλον σαρκαστική. «Δεν είμαστε το κράτος κύριε. Μη Κυβερνητική Οργάνωση είμαστε.»
Και ο συφοριασμένος κύριος Νίκος έκανε την τελευταία του προσπάθεια. «Μα δεν μπορεί, από τις χιλιάδες που κάθονται άπραγοι εκεί μέσα, μπορεί ναυπάρχει κάποιο ζευγάρι που θέλει να δουλέψει. Να έρθω από κει, να εξηγήσω τι είδους δουλειά προσφέρω και τι απολαβές θα χουν… μπορεί κάποιοι να προθυμοποιηθούν.»
Η απάντηση ήταν ορθή-κοφτή. «Δεν επιτρέπεται απ’ ευθείας επαφή των πολιτών με τους πρόσφυγες, εδώ μέσα τουλάχιστον. Υπάρχουν κυκλώματα trafficking και οικονομικής εκμετάλλευσης. Εμείς τους προφυλάσσουμε απ’ αυτά. Αν θέλετε να βοηθήσετε τους πρόσφυγες, περάστε από δω να προσφέρετε χρήματα ή τρόφιμα, αλλά πάντα μέσα από τις ΜΚΟ που έχουν την ευθύνη της δομής. Ανέμπαινε ο καθένας εδώ μέσα να παίρνει κόσμο και να φεύγει, δεν θα είχε μείνει τίποτα όρθιο.»
Αυτή ήταν η περιπέτεια του κυρίου Νίκου, ο οποίος ακόμα ψάχνει. Τι να πρωτοπεί κανείς; Δύσκολο πρόβλημα το μεταναστευτικό, αλλά όταν δεν θέλεις κιόλας να το λύσεις γίνεται ακόμα δυσκολότερο. Αδιαφορία, αχρηστία, εκμετάλλευση και υποκρισία. Με δυο λόγια, αίσχος πραγματικό. Με τις ορδές έξω απ’ τα σύνορα να περιμένουν για έφοδο και την ελληνική οικονομία να ψάχνει εργατικά χέρια…