Ο Όθωνας απόλυτος μονάρχης

Ελένη Λετώνη

20 Μαΐου 1835 – Αθήνα. Εκείνη η μέρα σηματοδοτούσε την αρχή μιας νέας περιόδου της ελληνικής ιστορίας και η πόλη ήταν «στο πόδι» από νωρίς το πρωί. Κι όταν λέμε νωρίς το πρωί, εννοούμε νωρίς το πρωί – αχάραγα. Γιατί; Μα επειδή εκείνη τη μέρα ο νεαρούλης βασιλιάς της μικρής Ελλάδας, ο Όθωνας, συμπλήρωνε το 20 ο έτος της ηλικίας του, πράγμα που σήμαινε ότι πλέον θεωρείτο ενήλικος. Ε, και όπως ήταν φυσικό δεν θα το αφήναμε το παιδί δίχως να το γιορτάσουμε….

Έχουμε μιλήσει ξανά για τους εορτασμούς που έγιναν προς τιμήν της ενηλικίωσης του Όθωνα, στο πρώτο-πρώτο επεισόδιο αυτής της σειράς podcast. Ο λαός της Αθήνας θα θυμόταν για χρόνια τόσο τους δεκάδες κανονιοβολισμούς όσο και τις στρατιωτικές μπάντες, που παιάνιζαν σε δρόμους και στρατόπεδα.

Και όπως σε κάθε σημαντική μέρα για τον τόπο, δεν θα μπορούσε να λείπει το θρησκευτικό μέρος του εορτασμού – η δοξολογία. Δεδομένου όμως ότι την εποχή που μιλάμε – το 1835 – η Μητρόπολη των Αθηνών δεν είχε χτιστεί ακόμα, ως μητροπολιτικός ναός λειτουργούσε η εκκλησία της Αγίας Ειρήνης, που βρίσκεται στην οδό Αιόλου. Έτσι, στις 10 το πρωί εκείνης της ημέρας ο Όθωνας έφτασε στην Αγία Ειρήνη, όπου πραγματοποιήθηκε πανηγυρική δοξολογία. Βέβαια, το γεγονός ότι ο Όθωνας ήταν πιστός καθολικός είναι μια άλλη ιστορία, αλλά τελοσπάντων. Να’ ταν αυτό το μόνο ευτράπελο της ημέρας.

Ο βασικός λόγος για τον οποίο γίνονταν όλοι αυτοί οι εορτασμοί και τα ταρατατζούμ, ήταν επειδή ο Όθωνας, όντας ενήλικος, μπορούσε πλέον να αναλάβει επίσημα τα καθήκοντά του. Εξού και πρωί πρωί εκείνη τη μέρα οι αντιβασιλείς τον επισκέφθηκαν και εναπόθεσαν επίσημα σε εκείνον τη βασιλική εξουσία.

Καλά όλα αυτά, αλλά θα έπρεπε να γίνει και στέψη. Ναι…στέψη δεν έγινε διότι πολύ απλά δεν είχαμε ούτε στέμμα ούτε σκήπτρο – κανένα δηλαδή από τα σύμβολα της βασιλικής εξουσίας. Γιατί δεν είχαμε; Επειδή είχαν καθυστερήσει να φτάσουν στο λιμάνι του Πειραιά. Καλά πήγε κι αυτό…

Οι εορτασμοί, ωστόσο, συνεχίστηκαν κανονικά. Ο Όθωνας, μετά το τέλος της λειτουργίας, επέστρεψε στα προσωρινά ανάκτορα, όπου δέχτηκε συγχαρητήρια από τις αρχές του τόπου: πολιτικούς, στρατιωτικούς, εκκλησία, δικαστές και διπλωμάτες. Στη συνέχεια, περιόδευσε στη φωταγωγημένη Αθήνα, υπό τις επευφημίες των ενθουσιασμένων κατοίκων, ενώ το βράδυ στον Λυκαβηττό 1000 λυχνάρια σχημάτισαν το αρχικό του ονόματος του νεαρού βασιλιά – το γράμμα όμικρον. Και δεν σταμάτησαν εκείνη τη μέρα οι εορταστικές εκδηλώσεις – συνεχίστηκαν για τρεις ακόμα μέρες, με τη διοργάνωση αθλητικών αγώνων.

Στις 20 Μαΐου του 1835 λοιπόν ξεκίνησε και τυπικά η περίοδος της απόλυτης μοναρχίας, κατά την οποία ο Όθωνας είχε την πλήρη εξουσία στα χέρια του. Στο διάγγελμα που απηύθυνε εκείνη τη μέρα στον ελληνικό λαό, μεταξύ άλλων, αναγνώριζε ότι τα προηγούμενα δυόμισι χρόνια, κατά την περίοδο δηλαδή της Αντιβασιλείας, παρά την πρόοδο που είχε σημειωθεί σε κάποιους τομείς, είχαν γίνει αρκετά λάθη και δεσμευόταν ότι θα φρόντιζε να επουλωθούν οι πληγές του παρελθόντος και ότι ο ίδιος θα εργαζόταν με αφοσίωση για το καλό του λαού.

Επίσης, εμμέσως πλην σαφώς, υποσχόταν ότι τα παιδιά του – άρα και μελλοντικοί διάδοχοί του στο θρόνο – θα ανατρέφονταν με βάση το ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα. Αυτό ήταν πολύ σημαντικό για τους Έλληνες, δεδομένου ότι ποτέ δεν μπόρεσαν να χωνέψουν ότι ο βασιλιάς τους ήταν καθολικός, και μάλιστα πιστός καθολικός, δίχως καμία απολύτως πρόθεση να αλλάξει δόγμα.

Και όπως συμβαίνει διαχρονικά με κάθε νέο ξεκίνημα, οι ελπίδες και οι προσδοκίες για ένα καλύτερο αύριο έχουν την τιμητική τους. Έτσι και σε αυτή την περίπτωση. Ο λαός είχε εναποθέσει όλες του τις ελπίδες στην ενηλικίωση του Όθωνα και στην ανάληψη της βασιλικής εξουσίας από τον ίδιο. Οι Έλληνες ήλπιζαν ότι με αυτό τον τρόπο, δηλαδή με την απομάκρυνση της Αντιβασιλείας και ειδικά του Άρμανσμπεργκ από την εξουσία, τα πράγματα θα πήγαιναν καλύτερα και ο βασιλιάς τους θα κυβερνούσε πιο δίκαια από τους Αντιβασιλείς.

Η πρώτη κρυάδα όμως δεν άργησε να έρθει – και σχετιζόταν μάλιστα με τον ίδιο τον Άρμανσμπεργκ, ένα από τα πιο μισητά πρόσωπα της Αντιβασιλείας. Τί συνέβη; Ο Όθωνας, μόλις ανέλαβε τα βασιλικά του καθήκοντα, ανακοίνωσε ότι τη θέση του Αρχιγραμματέα της Επικρατείας θα την αναλάμβανε ο Άρμανσμπεργκ – σε απλά ελληνικά τον διόριζε πρωθυπουργό. Εν τω μεταξύ, ο ίδιος ο Όθωνας δεν τον συμπαθούσε ιδιαίτερα τον Άρμανσμπεργκ. Οι δυο τους είχαν έρθει σε σύγκρουση ουκ ολίγες φορές. Από τη μία μεριά, ο Άρμανσμπεργκ μηχανορραφούσε εναντίον του νεαρού βασιλιά, από την άλλη μεριά ο Όθωνας υποστήριζε τα υπόλοιπα μέλη της Αντιβασιλείας, εναντίον του Άρμανσμπεργκ, στις εσωτερικές κόντρες που προέκυπταν.

Θα μου πείτε τότε γιατί τον διόρισε Αρχιγραμματέα της Επικρατείας εφόσον δεν τα πήγαιναν καλά; Διότι την απόφαση ουσιαστικά δεν την πήρε ο Όθωνας, αλλά ο πατέρας του, ο Λουδοβίκος, ο οποίος θεωρούσε ότι ο Άρμανσμπεργκ ήταν ο καταλληλότερος άνθρωπος για να αναλάβει τη θέση αυτή.

Όπως καταλαβαίνουμε, μπορεί ο Όθωνας να έχει αναλάβει τη βασιλική εξουσία, αυτό δεν σημαίνει όμως ότι είχε πλήρη ελευθερία αποφάσεων – ο μπαμπάς συνέχισε να κινεί τα νήματα. Και τώρα θα μου πείτε για ποιο λόγο ο Λουδοβίκος επέμενε υπέρ του Άρμανσμπεργκ;

Κάτι που δεν ήξερε ούτε ο Όθωνας και θα το μάθαινε πολύ αργότερα, είναι ότι ήδη ένα χρόνο μετά την άφιξη τους στην Ελλάδα, ο Άρμανσμπεργκ είχε φροντίσει να στέλνονται στον Λουδοβίκο αναφορές από τον προσωπικό γιατρό του Όθωνα, στις οποίες υποστηριζόταν ότι ο νεαρός βασιλιάς είχε κλονισμένη ψυχική υγεία και περιορισμένη πνευματική ικανότητα. Άρα τί έλεγε με λίγα λόγια; Ότι ο Όθωνας δεν θα ήταν σε θέση να ανταποκριθεί με επιτυχία στα καθήκοντά του, ούτε να αναλάβει τις υποχρεώσεις που αυτά συνεπάγονταν. Αμέ… έκανε και τέτοια ο Άρμανσμπεργκ – τέτοιος ήταν…

Και παρά το γεγονός ότι προβλεπόταν ότι οι αποφάσεις του Αρχιγραμματέα της Επικρατείας θα έπρεπε πρώτα να εγκριθούν από το βασιλιά, δεν είναι δύσκολο να φανταστούμε ότι ο πεπειραμένος Άρμανσμπεργκ μπορούσε τις περισσότερες φορές να επιβάλλει την άποψή του στον άπειρο Όθωνα. Ο Άρμανσμπεργκ είχε εν τω μεταξύ φροντίσει να ενισχύσει τους ήδη στενούς δεσμούς του με την Μεγάλη Βρετανία.

Και τι σημασία είχε αυτό; Είχε και παρα-είχε σημασία, διότι οι Βρετανοί είχαν υποστηρίξει αρκετά την υποψηφιότητα του Άρμανσμπεργκ για Αρχιγραμματέα της Επικρατείας το 1835, και μάλιστα είχαν ασκήσει και σχετικές πιέσεις στον Λουδοβίκο. Μην ξεχνάμε ότι Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία και Ρωσία, σύμφωνα με τις ιδρυτικές συνθήκες του ελληνικού κράτους, ήταν επίσημα Προστάτιδες Δυνάμεις.

Και όταν λέμε Προστάτιδες Δυνάμεις εννοούμε ένα ρόλο θεσμοθετημένο, όχι θεωρητικό. Είχαν δηλαδή δικαίωμα να παρεμβαίνουν στα εσωτερικά της χώρας, βάσει των όσων είχαν υπογραφεί στις συνθήκες με τις οποίες ιδρύθηκε το ελληνικό κράτος. Αυτό το καθεστώς προστασίας από τις 3 δυνάμεις καταργήθηκε μόλις το 1920.

Αρχιγραμματέας της Επικρατείας λοιπόν ο Άρμανσμπεργκ και βέβαια, όπως ήταν αναμενόμενο, οι Έλληνες ήταν έξαλλοι. Η δυσαρέσκεια που ήδη υπήρχε συνεχίστηκε και εντάθηκε, γιατί ουσιαστικά τίποτα δεν άλλαξε. Ούτε οι απολυταρχικές τάσεις του Άρμανσμπεργκ, ούτε και η εμμονή του στην Βαυαροκρατία, δηλαδή στο να προτιμώνται Βαυαροί αντί για Έλληνες στη στελέχωση του κρατικού μηχανισμού και του στρατού.

21 μήνες παρέμεινε στη θέση του Αρχιγραμματέα της Επικρατείας ο Άρμανσμπεργκ, μέχρι δηλαδή τον Φεβρουάριο του 1837. Τότε Όθωνας τον «παραίτησε».

Κυριολεκτικά.

Τον απομάκρυνε δηλαδή από την θέση του, αλλά επίσημα ανακοινώθηκε ότι ο κόμης παραιτήθηκε.

Η απομάκρυνση του Άρμανσμπεργκ συνέβη μετά την επιστροφή του Όθωνα από ένα πολύμηνο ταξίδι στο εξωτερικό. Παρένθεση: οι πρώτοι βασιλιάδες μας, ο Όθωνας και ύστερα ο Γεώργιος Ά, είχαν τη συνήθεια να φεύγουν από την Ελλάδα και να…ξεχνάνε να γυρίσουν. Έκαναν κάτι ταξίδια που διαρκούσαν μήνες ολόκληρους – αναψυχής κατά βάση, όχι ότι πήγαιναν για δουλειές, μη φανταστείτε. Τελοσπάντων…

Επιστρέφοντας από ένα τέτοιο ταξίδι μηνών στο εξωτερικό λοιπόν, ο Όθωνας απομάκρυνε τον Άρμανσμπεργκ από τη θέση του. Και δεδομένου ότι σε αυτό το ταξίδι ο Όθωνας είχε επισκεφθεί τον πατέρα του στην Βαυαρία, μπορούμε με ασφάλεια να υποθέσουμε ότι μάλλον κατάφερε να πάρει και το ΟΚ του μπαμπά – δεν εξηγείται αλλιώς τέτοια αυτοπεποίθηση στην επιβολή της απόφασής του. Ο Όθωνας δεν φημιζόταν για την αποφασιστικότητα του άλλωστε.

Επίσης πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν μας ότι η Μεγάλη Βρετανία δεν την πήρε καλά την απομάκρυνση του Άρμανσμπεργκ. Ό Lyons, ο βρετανός πρεσβευτής στην Αθήνα, – τον έχουμε συναντήσει και σε προηγούμενα επεισόδια – αντιδρούσε έντονα, μιας και όπως είπαμε είχαν αναπτυχθεί πολύ στενές σχέσεις με τον δαιμόνιο Βαυαρό.

Ποιος πήρε λοιπόν τη θέση του Άρμανσμπεργκ; Τυπικά κανένας. Η θέση – ή μάλλον σωστότερα ο τίτλος – καταργήθηκε. Στην πραγματικότητα ο διάδοχος του Άρμανσμπεργκ ήταν ένας άλλος Βαυαρός που ονομαζόταν Ρούντχαρτ και ο τίτλος που έφερε πλέον ήταν ο Πρόεδρος του υπουργικού συμβουλίου.

Ο τίτλος άλλαξε, πιθανότατα εξαιτίας της κακής εμπειρίας που είχε ο Όθωνας από τη συνεργασία με τον Άρμανσμπεργκ, με αποτέλεσμα να θέλει να περιορίσει όσο γινόταν περισσότερο την επιρροή του επικεφαλής της κυβέρνησης.

Και εκεί που πήγαν να χαρούν οι Έλληνες με την απομάκρυνση του Άρμανσμπεργκ, εκεί τους ήρθε η κεραμίδα ότι τη θέση θα αναλάμβανε και πάλι Βαυαρός. Δε γίνεται δουλίτσα όμως έτσι, παιδιά…

Όπως καταλαβαίνουμε, στα μάτια του λαού – αλλά και επί της ουσίας – η Βαυαροκρατία συνεχιζόταν. Και μπορεί ο Ρούντχαρτ να ήταν φιλέλληνας και να είχε και κάποια εμπειρία στη διαχείριση κρατικών υποθέσεων, ωστόσο ούτε επαγγελματίας πολιτικός ήταν ούτε εξοικειωμένος με την ελληνική πραγματικότητα. Και μέσα σ’ όλα, ήταν και αντιπαθής στους Βρετανούς, οι οποίοι είχαν χάσει τον ευνοούμενό τους, τον Άρμανσμπεργκ, με τον οποίο συνεργάζονταν μια χαρά, και στη θέση του είχε έρθει ένας άνθρωπος που είχε την υποστήριξη της Αυστρίας.

Λίγα τα ψωμιά και του Ρούντχαρτ. Ούτε χρόνο δε συμπλήρωσε – τον Δεκέμβριο του 1837 τον «παραίτησε» και αυτόν ο Όθωνας.

Κατά την περίοδο όμως της διακυβέρνησης του Ρούντχαρτ πάρθηκε μια απόφαση με πολύ σημαντικό αντίκτυπο για την Ελλάδα. Υπογράφτηκε το βασιλικό διάταγμα που αφορούσε την ίδρυση Πανεπιστημίου στην Αθήνα. Και μάλιστα το Πανεπιστήμιο αυτό δεν ήταν μόνο το πρώτο ελληνικό πανεπιστήμιο αλλά είναι και το πρώτο πανεπιστημιακό ίδρυμα στα Βαλκάνια και σε ολόκληρη την ανατολική Μεσόγειο.

Αποφασίστηκε να ονομαστεί «Οθώνειο Πανεπιστήμιο», προς τιμή του βασιλιά. και αρχικά προβλεπόταν να έχει 4 σχολές: Νομική, Ιατρική, Φιλοσοφική και Θεολογική. Το όνομά του θα το διατηρούσε μέχρι το 1862, χρονιά που ο Όθωνας εξορίστηκε από την Ελλάδα, οπότε και θα μετονομαζόταν σε Εθνικό Πανεπιστήμιο. 7 δεκαετίες αργότερα, το 1932, θα έπαιρνα το όνομα που διατηρεί μέχρι και σήμερα – Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Το Πανεπιστήμιο αρχικά στεγάστηκε στην Πλάκα, στη λεγόμενη οικία Κλεάνθους-Σάουμπερτ, όπου σήμερα φιλοξενείται το Μουσείο Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το γνωστό σε όλους μας κτίριο του Πανεπιστημίου, που βρίσκεται στην ομώνυμη οδό στο κέντρο της Αθήνας και αποτελεί μέρος της λεγόμενης Αθηναϊκής Τριλογίας, ολοκληρώθηκε το 1841 σε σχέδια του Δανού αρχιτέκτονα Hansen.

Κάποια ίχνη της ιστορίας του «Οθώνειου» Πανεπιστημίου βέβαια παραμένουν ακόμα ζωντανά και μπορούμε όλοι μας να τα δούμε. Αρκεί να πλησιάσει κανείς το κτίριο και να παρατηρήσει τη ζωφόρο που εκτείνεται πάνω από την κύρια είσοδο. Θα δει τότε ότι στη μέση της ζωφόρου απεικονίζεται ο Όθωνας καθισμένος σε θρόνο, παραπέμποντας ελαφρώς σε αρχαίο θεό του Ολύμπου. Δίπλα του απεικονίζονται οι Επιστήμες. Δεξιά του η Φιλοσοφία, η Αρχαιολογία δίπλα δίπλα με την Ιστορία, η Μαθηματική και η Ποιητική παρέα με τη Ρητορική. Στα αριστερά του αντικρίζουμε τη Νομοθεσία, την Ιατρική – που για κάποιο λόγο απεικονίζεται ημίγυμνη και αγκαζέ με…τη Θεολογία – και τέλος την Αστρονομία με τη Φυσική.

Ωραία όλα αυτά, αλλά η κυβέρνηση μετά την απομάκρυνση και του Ρούντχαρτ, παρέμενε ακέφαλη. Ποιος θα αναλάμβανε λοιπόν τώρα την προεδρία του υπουργικού συμβουλίου; Κάποιος Έλληνας ίσως; Θα αποφάσιζε ο Όθωνας να βάλει τέλος στην επικράτηση των Βαυαρών στην εξουσία; Ενδεχομένως αυτό να περιμένει να ακούσει κανείς, δεδομένου ότι ο βασιλιάς ήξερε καλά την δυσαρέσκεια που προκαλούσε στον λαό η Βαυαροκρατία.

Αλλά ο Όθωνας, αντί να κάνει αυτό, αποφάσισε να μη δώσει τη θέση σε κάποιον Έλληνα αλλά ούτε σε κάποιον Βαυαρό. Ποιος ανέλαβε λοιπόν Πρόεδρος της Κυβέρνησης; Ο ίδιος….ναι, ναι καλά ακούσατε. Ο ίδιος. Οπότε είχαμε αρχηγό κράτους και αρχηγό κυβέρνησης το ίδιο πρόσωπο.

Πέραν του ότι την κίνηση αυτή τη λες και εξόφθαλμη συνέχιση της Βαυαροκρατίας, πλέον προέκυπτε και ένα ακόμα πρόβλημα. Γινόταν όλο και περισσότερο ξεκάθαρο στον λαό αλλά και στα κόμματα, ότι οι απόψεις του βασιλιά απείχαν πάρα πολύ από το να χαρακτηριστούν δημοκρατικές, δεδομένου ότι πλέον συγκέντρωνε στο πρόσωπό του την εκτελεστική εξουσία. Βέβαια, ο Όθωνας δεν είχε υπολογίσει ότι αυτό θα είχε σαν αποτέλεσμα οτιδήποτε πήγαινε στραβά να το χρεώνεται ο ίδιος, ως δική του αποτυχία ή ανικανότητα. Και αυτό δεν θα αργούσε να του γυρίσει μπούμερανγκ.

Γιατί, εδώ που τα λέμε, είχαν μαζευτεί αρκετά που του καταλόγιζαν λαός και κόμματα.

Το ρωσόφιλο κόμμα ας πούμε, που ήταν το πιο φανατικό όσον αφορούσε το ζήτημα της θρησκείας, πρόβαλλε αρκετά το γεγονός ότι ο Όθωνας ήταν πιστός Καθολικός, δίχως καμία απολύτως διάθεση να ασπαστεί το ορθόδοξο δόγμα, όπως όλοι σχεδόν οι υπήκοοί του. Δεν έλειπαν μάλιστα και εκείνοι που θεωρούσαν ότι έπρεπε να ληφθούν δραστικά – έως και βίαια– μέσα προς αυτή την κατεύθυνση. Τί θα πει αυτό; Αυτό θα πει ότι υπήρχε, παραδείγματος χάριν, μια μυστική οργάνωση που ονομαζόταν «Φιλορθόδοξη Εταιρεία», που τα μέλη της σχεδίαζαν να απαγάγουν τον βασιλιά κατά τη δοξολογία της Πρωτοχρονιάς του 1840 και να του πουν «ή γίνεσαι Ορθόδοξος ή παραιτείσαι από το θρόνο».

Ναι, ναι, σοβαρά τώρα… Απλά, η συνομωσία αποκαλύφθηκε εγκαίρως, κι έτσι το σχέδιο δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ.

Από την άλλη μεριά, το αγγλόφιλο και το γαλλόφιλο κόμμα ασκούσαν κριτική στον Όθωνα για το γεγονός ότι αρνιόταν να παραχωρήσει Σύνταγμα, παρά τις δεσμεύσεις τόσο των Προστάτιδών Δυνάμεων και τις υποσχέσεις των ίδιων των Βαυαρών πριν την άφιξή τους στην Ελλάδα. Η παραχώρηση Συντάγματος θα σήμαινε αυτόματα και τον περιορισμό της απόλυτης εξουσίας που είχε ο βασιλιάς, αφού πλέον θα υπήρχε κοινοβουλευτικό σύστημα. Όπως είδαμε ο Όθωνας είχε φτάσει στο σημείο να αναλάβει ακόμα και την Προεδρία της κυβέρνησης…

Μην ξεχνάμε ότι κατά τη διάρκεια της Επανάστασης είχαν ψηφιστεί 3 Συντάγματα, πράγμα που έδειχνε ότι οι Έλληνες ήθελαν ένα καθεστώς συνταγματικό. Μικρή παρένθεση: γιατί είπαμε ότι το αγγλόφιλο και το ρωσόφιλο κόμμα ανησυχούσαν για την μη παραχώρηση Συντάγματος; Γιατί δεν αναφέραμε το ρωσόφιλο;

Διότι το ρωσόφιλο, όπως δηλώνει και το όνομά του, είχε επιρροές από τη Ρωσία και τον δικό της τρόπο διακυβέρνησης. Και η Ρωσία ήταν τότε απόλυτη μοναρχία με τον Τσάρο να έχει απόλυτη και απεριόριστη εξουσία, σε αντίθεση με τα κοινοβουλευτικά συστήματα της Μεγάλης Βρετανίας και της Γαλλίας.

Ο καιρός περνούσε λοιπόν και η δυσαρέσκεια απέναντι στον Όθωνα όλο και γιγαντωνόταν. Τον Ιούνιο του 1841 ο βασιλιάς αποφάσισε να κάνει μια απόπειρα να κατευνάσει αυτή τη δυσαρέσκεια. Πώς; Αναθέτοντας στον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο την Προεδρία του υπουργικού συμβουλίου. Ήταν αναμφίβολα ένα θετικό βήμα το γεγονός ότι η θέση ανατέθηκε σε Έλληνα και όχι σε Βαυαρό. Μόλις ανέλαβε τα καθήκοντά του όμως, ο Μαυροκορδάτος εισηγήθηκε κάποιες μεταρρυθμίσεις, με στόχο τη βελτίωση του τρόπου που λειτουργούσε η Διοίκηση και οι θεσμοί και απώτερο σκοπό την απομάκρυνση των Βαυαρών από την πολιτική εξουσία. Ζήτημα παραχώρησης Συντάγματος δεν έθεσε ο Μαυροκορδάτος, ενδεχομένως σε μια προσπάθεια να δείξει μετριοπάθεια, ελπίζοντας ότι εφόσον δεν απειλείτο η απόλυτη εξουσία του Όθωνα εκείνος θα δεχόταν τις μεταρρυθμίσεις που πρότεινε ο Μαυροκορδάτος για την εξυγίανση του συστήματος διοίκησης και διακυβέρνησης.

Ο Όθωνας όμως δεν φαινόταν καθόλου πρόθυμος να συνεργαστεί με τον Μαυροκορδάτο υπό αυτές τις συνθήκες. Έτσι, ο τελευταίος υπέβαλε την παραίτησή του στις 10 Αυγούστου του 1841 – ούτε 40 μέρες δεν διήρκησε η «παρένθεση» Μαυροκορδάτου και τα πράγματα επανήλθαν στην προηγούμενη κατάσταση. Δηλαδή την Προεδρία του υπουργικού συμβουλίου ανέλαβε και πάλι ο Όθωνας.

Η αποτυχία του «πειράματος» Μαυροκορδάτου όμως ανέδειξε κάτι πολύ σημαντικό: την αποδεδειγμένη πλέον άρνηση του Όθωνα να κάνει οποιουδήποτε είδους υποχώρηση. Αποτέλεσμα: όχι απλά φούντωσε ακόμα περισσότερο η δυσαρέσκεια του λαού απέναντι στο θρόνο, αλλά και των κομμάτων και του Τύπου.

Λιγότερο από ενάμισι χρόνο μετά το «πείραμα» Μαυροκορδάτου, στις αρχές του 1843 η οικονομική κατάσταση της χώρας είχε φτάσει σε οριακό σημείο. Η κήρυξη στάσης πληρωμών κρίθηκε αναγκαία – με απλά λόγια χρεοκοπήσαμε. Όπως είδαμε και στο επεισόδιο για την Επανάσταση της 3 ης Σεπτεμβρίου, οι Προστάτιδες Δυνάμεις στη συνέχεια επέβαλλαν ασφυκτικό δημοσιονομικό έλεγχο στην Ελλάδα. Πάρθηκαν έκτακτα μέτρα, όπως μειώσεις μισθών, κατάργηση θέσεων στο Δημόσιο, περικοπές στις ένοπλες δυνάμεις, κλείσιμο των πρεσβειών μας σε Λονδίνο, Παρίσι και αλλού (αυτό όσες φορές και να το σκεφτώ δεν θα πάψει ποτέ να μου φαίνεται κωμικοτραγικό …).

Όπως ήταν φυσικό, την ευθύνη για όλη αυτή την κατάσταση ο λαός την έριχνε τον Όθωνα. Αυτός δεν ήταν ο αρχηγός της κυβέρνησης;

Αυτός δεν ήταν o βασιλιάς, άρα υποτίθεται ότι θα έπρεπε να βρίσκει τρόπους διαπραγμάτευσης με τις Προστάτιδες Δυνάμεις;

Ο Όθωνας, σε μια κίνηση καλής θέλησης, παραιτήθηκε από το ένα πέμπτο της βασιλικής χορηγίας που εισέπραττε. Βέβαια αυτό δεν ήταν σε καμία περίπτωση αρκετό για να μεταστρέψει το αρνητικό κλίμα σε βάρος του, συν τοις άλλοις, επειδή συνέχιζε να κάνει εξόφθαλμες διακρίσεις υπέρ των Βαυαρών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το γεγονός ότι όταν προκηρύχθηκαν υποχρεωτικές αποστρατείες στις ένοπλες δυνάμεις, για λόγους οικονομίας, οι Βαυαροί εξαιρέθηκαν… Δηλαδή εντάξει… κάπου ώπα!

Αν μέσα σε όλα αυτά προσθέσουμε και τις Μεγάλες Δυνάμεις, που ούσες όλες δυσαρεστημένες με τον Όθωνα, υποδαύλιζαν το ήδη τεταμένο κλίμα, δεν άργησε να ξεσπάσει η Επανάσταση της 3 ης Σεπτεμβρίου 1843, με την οποία λαός και στρατός απαίτησαν την παραχώρηση Συντάγματος.

Με την Επανάσταση της 3 ης Σεπτεμβρίου λοιπόν έληξε η περίοδος της Απόλυτης Μοναρχίας του Όθωνα, ο οποίος καλά δεν το πήρε αλλά δεν είχε και πολλές επιλογές έτσι όπως τα είχε καταφέρει. Εν τω μεταξύ δεν πρόλαβε να μετακομίσει στα καινούργια ανάκτορα με την Αμαλία και «σκάει» η Επανάσταση. Γούρι τους πήγε η μετακόμιση…

Ο Όθωνας όμως τα τελευταία χρόνια δεν ήταν μόνος. Πρέπει λοιπόν νομίζω να μιλήσουμε για ένα πρόσωπο που πρωταγωνίστησε σε αυτή την ιστορική περίοδο και είναι συνδεδεμένο όχι με μία αλλά με πολλές γωνιές της πόλης μας: την βασίλισσα Αμαλία…

Εγγραφή στο Newsletter