Έργα και ημέρες του Φετουλάχ Γκιουλέν
Ευάγγελος Αρεταίος -KREPORT
Ένα μεγάλο κεφάλαιο στην σύγχρονη τουρκική πολιτική ιστορία έκλεισε με τον θάνατο του Φετουλάχ Γκιουλέν, αμφιλεγόμενου θρησκευτικού ηγέτη, ιδρυτή του κινήματος Hizmet και θανάσιμου αντίπαλου του Ταγίπ Ερντογάν.
Αυτοεξόριστος στην Πενσυλβάνια των ΗΠΑ από το 1999, ο Γκιουλέν πέρασε από ουσιαστικός «συνέταιρος» της εξουσίας του Ερντογάν σε θανάσιμη απειλή για το τουρκικό κράτος, που μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος του 2016 ονόμασε την οργάνωσή του FETO, δηλαδή Τρομοκρατική Οργάνωση Φετουλάχ.
Με το θάνατο του, σε νοσοκομείο της Πενσυλβάνια, το τουρκικό κράτος και ο Ερντογάν χάνουν έναν μεγάλο εχθρό -καθώς όπως αναμένουν συνομιλητές του KReport στην Τουρκία, το κίνημα θα εξασθενίσει ακόμα πιο πολύ- ενώ παύει να υφίσταται και ένα από τα μόνιμα αγκάθια στις τουρκοαμερικανικές σχέσεις καθώς η Άγκυρα ζητούσε επίμονα εδώ και χρόνια την έκδοση του από τις ΗΠΑ.
Με την ανοχή διαφορετικών κυβερνήσεων, συμπεριλαμβανομένων της Τανσού Τσιλέρ και του Μπουλέντ Ετζεβίτ, και αργότερα και με την συνεργασία των κυβερνήσεων ΑΚΡ, είχε καταφέρει να διεισδύσει παντού στο τουρκικό κράτος, με έμφαση τους μηχανισμούς ασφάλειας. Η ιστορία της εξάπλωσης του δικτύου Γκιουλέν ήταν ουσιαστικά μια επανάληψη ενός «οθωμανικού μοντέλου», κυρίως μετά το 1826 και την κατάργηση των Γενίτσαρων και του θρησκευτικού τάγματος των Μπεκτασήδων, όπου το κράτος συνεργαζόταν στενά με θρησκευτικά τάγματα προκειμένου να ενισχύσει την δύναμη του απέναντι σε διάφορους «εσωτερικούς εχθρούς», συμπεριλαμβανομένων και άλλων ταγμάτων.
Γεννημένος στην συντηρητική επαρχία του Ερζουρούμ το 1941, ο Γκιουλέν άρχισε να διαδραματίζει πολιτικό-ιδεολογικό ρόλο ήδη από την δεκαετία του 70, όταν, νέος ακόμα ιεροδιδάσκαλος, είχε αρχίσει να τραβά την προσοχή του τουρκικού κράτους χάρη στις οργανωτικές του ικανότητες. Κυρίως όμως μετά το πραξικόπημα του Εβρέν το 1980 και την κυριάρχηση της ιδεολογίας της «τουρκο-ισλαμικής σύνθεσης», ένα μείγμα τουρκικού εθνικισμού και Ισλάμ ως ανάχωμα απέναντι στην τότε απειλή του κομμουνισμού και της ευρύτερης αριστεράς, ο Γκιουλέν και το κίνημα του άρχισαν να αναπτύσσουν το αργότερα τεράστιο δίκτυο επιρροής τους.
Με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, ο Γκιουλέν διαδραμάτισε καταλυτικό ρόλο στην τουρκική διείσδυση στις τουρκογενείς πρώην σοβιετικές δημοκρατίες της Κεντρικής Ασίας με τα σχολεία του ενώ αργότερα, κατά την περίοδο του ΑΚΡ, η διείσδυση αυτή έφτασε μέχρι και την Αφρική και φυσικά τα Βαλκάνια.
Το κίνημα Γκιουλέν ήταν πίσω από τις σκευωρίες εις βάρος κεμαλιστών αξιωματικών την δεκαετία του 2010, που κατηγορήθηκαν ότι ετοίμαζαν πραξικόπημα με τις υποθέσεις Ergenekon και Balyoz, επιτρέποντας τότε στην κυβέρνηση ΑΚΡ να προχωρήσει στις πρώτες μεγάλες εκκαθαρίσεις ανώτατων αξιωματικών του στρατού.
Το 2013, το κίνημα Γκιουλέν ήρθε για πρώτη φορά σε δημόσια ουσιαστικά αντιπαράθεση με τον Ερντογάν και το ΑΚΡ όταν αξιωματικοί της ασφάλειας ξεκίνησαν μια αποτυχημένη επιχείρηση εναντίον προσώπων πολύ κοντά στον Ερντογάν με την κατηγορία της διαφθοράς.
Η μετωπική σύγκρουση ήρθε τρία σχεδόν χρόνια αργότερα, με το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016, με το ΑΚΡ να κατηγορεί ευθέως την οργάνωση Γκιουλέν και τον ίδιο τον Φετουλάχ Γκιουλέν για την απόπειρα, διαμορφώνοντας παράλληλα το αφήγημα σύμφωνα με το οποίο πίσω από τον Γκιουλέν και το κίνημα του βρίσκονται η CIA και ένα αμερικανικό σχέδιο διάλυσης του τουρκικού κράτους και δημιουργίας ενός ελεγχόμενου από τις ΗΠΑ «ήπιου Ισλάμ».