Η σκληρή αλήθεια: Οι Αμερικανοί δεν εμπιστεύονται τα μέσα ενημέρωσης
Jeff Bezos - Washington Post
Στις ετήσιες δημοσκοπήσεις για την εμπιστοσύνη και το κύρος, οι δημοσιογράφοι και τα μέσα ενημέρωσης βουλιάζουν τακτικά κοντά στον πάτο, συχνά ακριβώς πάνω από το Κογκρέσο. Όμως, στη φετινή δημοσκόπηση της Gallup καταφέραμε να πέσουμε κάτω και από το Κογκρέσο. Το επάγγελμά μας είναι πλέον το λιγότερο αξιόπιστο από όλα. Προφανώς κάτι δεν κάνουμε σωστά.
Επιτρέψτε μου να κάνω έναν παραλληλισμό. Τα εκλογικά μηχανήματα πρέπει να πληρούν δύο προϋποθέσεις: Πρέπει να μετρούν τις ψήφους με ακρίβεια και οι άνθρωποι πρέπει να πιστεύουν ότι μετρούν τις ψήφους με ακρίβεια. Η δεύτερη απαίτηση είναι διαφορετική και εξίσου σημαντική με την πρώτη.
Το ίδιο και με τις εφημερίδες. Πρέπει να είμαστε ακριβείς και πρέπει το κοινό να πιστεύει ότι είμαστε ακριβείς. Είναι ένα πικρό ποτήρι που πρέπει να πιούμε, αλλά δεν ανταποκρινόμαστε στη δεύτερη απαίτηση. Οι περισσότεροι πιστεύουν ότι τα μέσα ενημέρωσης είναι προκατειλημμένα. Όποιος δεν το βλέπει αυτό δεν κοιτά προσεκτικά την πραγματικότητα και όσοι μάχονται την πραγματικότητα, χάνουν. Η πραγματικότητα είναι αήττητη. Θα ήταν εύκολο να κατηγορήσουμε άλλους για τη μακρά και συνεχή πτώση της αξιοπιστίας μας (και, συνεπώς, την πτώση του αντίκτυπου που έχουμε), αλλά η νοοτροπία του θύματος δεν βοηθά. Τα παράπονα δεν είναι αποτελεσματική στρατηγική. Πρέπει να εργαστούμε σκληρότερα για να ελέγξουμε ότι μπορούμε να ελέγξουμε ώστε να αυξήσουμε την αξιοπιστία μας.
Η στήριξη υποψηφίων προέδρων δεν επηρεάζει καθόλου την έκβαση των εκλογών. Κανένας αναποφάσιστος ψηφοφόρος στην Πενσυλβάνια δεν πρόκειται να πει, «θα ακολουθήσω την επιλογή της Εφημερίδας Α». Κανένας. Αυτό που στην πραγματικότητα κάνουν αυτές οι προτροπές είναι να δημιουργούν μια αντίληψη μεροληψίας. Μια αντίληψη για έλλειψη ανεξαρτησίας. Ο τερματισμός τους είναι μια απόφαση αρχών και είναι η σωστή. Ο Γιουτζίν Μάγιερ, εκδότης της Washington Post από το 1933 έως το 1946, πίστευε το ίδιο και είχε δίκιο. Από μόνη της, η άρνηση να υποστηρίξουμε τους υποψήφιους προέδρους δεν αρκεί για να μας ανεβάσει πολύ ψηλά στην κλίμακα εμπιστοσύνης, αλλά είναι ένα ουσιαστικό βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Μακάρι να είχαμε κάνει την αλλαγή νωρίτερα, σε μια στιγμή πιο μακριά από τις εκλογές και τα συναισθήματα γύρω από αυτές. Αυτός ήταν ανεπαρκής σχεδιασμός και όχι κάποια σκόπιμη στρατηγική.
Θα ήθελα επίσης να είμαι ξεκάθαρος ότι εδώ δεν λειτουργεί κανένα quid pro quo, κανενός είδους. Καμία εκστρατεία και κανένας υποψήφιος δεν κλήθηκαν να εκφέρουν γνώμη ή να ενημερωθούν σε οποιοδήποτε επίπεδο ή με οποιονδήποτε τρόπο για αυτήν την απόφαση. Λήφθηκε εξ ολοκλήρου εσωτερικά. Ο Ντέιβ Λιμπ, ο διευθύνων σύμβουλος μιας από τις εταιρείες μου, της Blue Origin, συναντήθηκε με τον πρώην πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ την ημέρα της ανακοίνωσής μας. Λυπήθηκα όταν το έμαθα, γιατί ήξερα ότι αυτό θα έδινε πυρομαχικά σε όσους θα ήθελαν να το χαρακτηρίσουν ως οτιδήποτε άλλο εκτός από μια απόφαση αρχών. Αλλά το γεγονός είναι ότι δεν ήξερα για τη συνάντηση εκ των προτέρων. Ακόμη και ο Λιμπ δεν το γνώριζε εκ των προτέρων. Η συνάντηση προγραμματίστηκε μόλις εκείνο το πρωί. Δεν υπάρχει καμία σχέση μεταξύ αυτού και της απόφασής μας για τις προεδρικές προτροπές και οποιαδήποτε άλλη υπόνοια είναι ψευδής.
Όσο για την υποψία κάποιας σύγκρουσης συμφερόντων, πρέπει να πω ότι δεν είμαι ο ιδανικός ιδιοκτήτης της Post. Κάθε μέρα, κάπου, κάποιο στέλεχος της Amazon ή στέλεχος της Blue Origin ή κάποιος από άλλες φιλανθρωπίες και εταιρείες τις οποίες έχω ή στις οποίες επενδύω, συναντά κυβερνητικούς αξιωματούχους. Κάποτε έγραψα ότι η Post είναι για μένα μια «αιτία περιπλοκών». Είναι, αλλά αποδεικνύεται ότι κι εγώ είμαι «αιτία περιπλοκών» για την Post.
Μπορείτε να δείτε τον πλούτο και τα επιχειρηματικά μου συμφέροντα ως ανάχωμα ενάντια στον εκφοβισμό ή μπορείτε να τα δείτε ως ένα πλέγμα αντικρουόμενων συμφερόντων. Μόνο οι δικές μου αρχές μπορούν να μετακινήσουν την ισορροπία ανάμεσα στο ένα και στο άλλο. Σας διαβεβαιώνω ότι οι απόψεις μου βασίζονται πραγματικά σε αρχές και πιστεύω ότι αυτό το επιβεβαιώνει το ιστορικό μου ως ιδιοκτήτης της Post, από το 2013. Είστε φυσικά ελεύθεροι να αποφασίσετε μόνοι σας, αλλά σας προκαλώ να βρείτε ένα παράδειγμα σε αυτά τα 11 χρόνια όπου έχω επιβληθεί σε οποιονδήποτε στην Post υπέρ των συμφερόντων μου. Δεν έχει συμβεί ποτέ.
Δεν έχει μόνο η Washington Post έλλειψη αξιοπιστίας. Το ίδιο πρόβλημα έχουν και οι αδελφές μας εφημερίδες. Και είναι πρόβλημα όχι μόνο για τα μέσα ενημέρωσης, αλλά και για το έθνος. Πολλοί άνθρωποι στρέφονται σε πρόχειρα podcasts, ανακριβείς αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και άλλες μη επαληθευμένες πηγές ειδήσεων, οι οποίες μπορούν γρήγορα να διαδώσουν παραπληροφόρηση και να προκαλέσουν μεγαλύτερο διχασμό. Η Washington Post και οι New York Times κερδίζουν βραβεία, αλλά όλο περισσότερο μιλάμε μόνο σε μια συγκεκριμένη ελίτ. Όλο και περισσότερο μιλάμε στον εαυτό μας. (Δεν ήταν πάντα έτσι. Τη δεκαετία του 1990 πετύχαμε διείσδυση 80% στα νοικοκυριά της μητροπολιτικής περιοχής της Ουάσιγκτον).
Αν και δεν προωθώ ούτε θα προωθήσω το προσωπικό μου συμφέρον, επίσης δεν θα επιτρέψω σε αυτή την εφημερίδα να παραμείνει στον αυτόματο πιλότο και να βυθιστεί στην ασημαντότητα, να την υπερκεράσουν επιπόλαια podcast και αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Όχι χωρίς να δώσω μάχη. Είναι πολύ σημαντικό. Το διακύβευμα είναι πολύ υψηλό. Τώρα, περισσότερο από ποτέ, ο κόσμος χρειάζεται μια αξιόπιστη, έμπιστη, ανεξάρτητη φωνή. Από που θα ήταν καλύτερα να προέρχεται αυτή η φωνή αν όχι από την πρωτεύουσα της πιο σημαντικής χώρας στον κόσμο; Για να κερδίσουμε αυτόν τον αγώνα, θα πρέπει να αλλάξουμε συνήθειες. Μερικές αλλαγές θα είναι μια επιστροφή στο παρελθόν, και κάποιες θα είναι νέες επινοήσεις. Η κριτική είναι, φυσικά, απαραίτητη προϋπόθεση αλλά και συστατικό κάθε νέας προσπάθειας. Έτσι λειτουργεί ο κόσμος. Τίποτα από αυτά δεν θα είναι εύκολο, αλλά αξίζει τον κόπο. Είμαι πολύ ευγνώμων που είμαι μέρος αυτής της προσπάθειας. Πολλοί από τους καλύτερους δημοσιογράφους που θα βρείτε οπουδήποτε, εργάζονται στην Washington Post και εργάζονται σκληρά κάθε μέρα για να φτάσουν στην αλήθεια. Τους αξίζει να τους πιστεύουν.
Απόδοση κειμένου – KReport