#Στυλ | Γιάννης Κουκουράκης, γεννημένος ηθοποιός

Σπικάζ

Ένα από τα πιο ωραία σχόλια που παίρνω από εσάς για το #Στυλ, γι αυτό το podcast που γίνεται με τόσο κέφι και αγάπη, είναι ότι θεωρείτε ότι είναι όλοι φίλοι μου οι καλεσμένοι. Θέλω λοιπόν να σας πω, και ειδικά με αφορμή το συγκεκριμένο podcast που έχει φιλοξενούμενο τον Γιάννη Κουκουράκη, τον Κωνσταντή από τις “Άγριες Μέλισσες”, αυτό το ωραίο αγόρι που όμως έχει και πολλά εγκεφαλικά κύτταρα, γιατί θα το διαπιστώσετε κι εσείς στη συνέχεια, είναι ότι, αυτή είναι η μαγεία των podcast. Όλοι οι καλεσμένοι που είχα έως και τώρα, κανένας τους δεν είναι φίλος μου. Τους γνωρίζω δέκα λεπτά πριν να γίνει αυτή η ηχογράφιση και το αποτέλεσμα είναι αυτό το οποίο παίρνετε. Αυτή είναι η μαγεία των podcast, ότι… όπως για παράδειγμα με τον Γιάννη Κουκουράκη ξεκινήσαμε λίγο σοβαροί σήμερα κάπως έτσι…

Γιάννης Κουκουράκης: Ίσως αισθάνομαι ότι οι προηγούμενες επιλογές μου με οδήγησαν στην τωρινή. Είτε λιγότερο επιτυχημένες, είτε περισσότερο επιτυχημένες. Εννοώ ότι στη ζωή μου έχω πει αρκετά όχι για να προστατευτώ.

Κορίνα Βρούσια: Τελικά καταλήξαμε έτσι…

Γ. Κ: Δεν έχω προέλθει από αστική οικογένεια ή δεν διαβάζαμε ποίηση στο σπίτι.

Κ.Β: Δεν διαβάζατε ποίηση στην Κρήτη;

Γ.Κ: Όχι καλέ, κάθε Τετάρτη και Παρασκευή, μόνο. Πας καλά;

Κ.Β: Μαντινάδες…

Σπικάζ

Αυτός είναι και ο στόχος: να συνεχίσουμε να γνωρίζουμε εγώ από εδώ και εσείς από εκεί που με ακούτε, ωραίους ανθρώπους που έχουνε ωραίες ιστορίες να πούνε, μέσα από την καρδιά τους. Όπως ο Γιάννης Κουκουράκης που ναι μεν έκανε το πέρασμα από τον χώρο της μόδας ως μοντέλο, αλλά τελικά, αυτό που μας μένει από το podcast αυτό, είναι το πόσο ωραίος και αυθεντικός άνθρωπος- τύπος είναι.
Να μην το ξεχάσω αν ακούσετε δύο, τρεις, τέσσερις, πέντε, έτσι πιο πικάντικες και ασυνήθιστες για το #Στυλ λεξούλες, δεν θα μας παρεξηγήσετε. O Γιάννης φταίει για όλα…
Είμαι η Κορίνα Βρούσια και ακούτε το #Στυλ, ένα podcast για τους ανθρώπους της μόδας. Όπως εγώ.

Κ.Β.: Γεια σου Γιάννη.

Γ.Κ.: Καλησπέρα σας.

Κ.Β:Τι κάνεις;

Γ.Κ:Μια χαρά εσείς;

Κ.Β: Πώς είσαι;

Γ.Κ: Πάρα πολύ ωραία. (γέλια)

Κ.Β: Ωραία, θα είναι ένα πάρα πολύ χαρούμενο podcast.

Γ.Κ: Εννοείται.

Κ.Β: Λοιπόν Γιάννη, αυτό το podcast θα το χωρίσουμε σε κατηγορίες. Θα πιάσουμε πρώτα Άγριες Μέλισσες…

Γ.Κ: Μάλιστα…

Κ.Β: μετά την υποκριτική, ηθοποιία…

Γ.Κ: αχα…

Κ.Β: μετά λίγο και το πέρασμά σου από τη μόδα…

Γ.Κ: ωραία…

Κ.Β: Ωραία συμφωνεί μέχρι τώρα, μετά λίγο καθημερινότητα, θα μας πεις τι θα κάνεις και θα φύγεις.

Γ.Κ: Ααα εντάξει, μια χαρά …

Κ.Β: μελλοντικά… Ωραία λοιπόν, θέλω να θυμηθείς, πέρσι τέτοια εποχή, είχατε ξεκινήσει γυρίσματα με τις «Άγριες μέλισσες»;

Γ.Κ: Όχι, πέρσι ακριβώς τέτοια εποχή τα νεύρα μου ήτανε κουρέλια, στο θεό όμως, γιατί είχα περάσει cast 7 φορές, όλοι μας περάσαμε από δοκιμασίες, εγώ πέρασα τις περισσότερες. Τελικά μαθαίνω, ότι κλείνω τη δουλειά, πάω μιλάω για τα οικονομικά, περίμενα να με πάρουνε για να υπογράψω και τελικά με παίρνουνε, δεν θυμάμαι τώρα… και μου λένε «τελικά δεν θα συνεργαστούμε». Εντάξει, κατάλαβες τώρα, ο εγκέφαλος γιαούρτι…
(ηχητικό εφέ από τον Γιάννη Κουκουράκη και γέλια)
έτσι αυτό το πράμα… Οπότε, πρέπει να ήτανε 2 με 5 μέρες μετά τη χυλόπιτα αυτή την επική, αλλά μέσα μου είπα εγώ θα το πάρω.

Κ.Β: Όπα, μίλησες στο σύμπαν.

Γ.Κ: Δεν ξέρω πως να στο εξηγήσω, πραγματικά είπα ότι εγώ αυτό δε θα το χάσω. Είναι αυτό που θέλω και θα το πάρω, ο κόσμος να χαλάσει.

Κ.Β: Αυτό ανέκαθεν το είχες ή ήταν επειδή σου είχε αρέσει αυτό που έβλεπες ότι θα γίνει;

Γ.Κ: Ανέκαθεν, δεν… εντάξει μπορεί να το έχω κάνει και ίσως ασυναίσθητα. Πέρυσι ας πούμε έκλεισα δύο δουλειές, και τις δύο από ακρόαση, δηλαδή ούτε γνωστός ήμουνα τόσο ώστε να με προτείνει κάποιος και να περάσω έτσι, ούτε μου είπανε «έλα Γιαννάκη μου εδώ να σου δώσουμε ένα ρόλο γιατί είσαι καλό παιδί». Οπότε πέρασα από δοκιμασίες και πέρασα για δυο πράγματα δοκιμασίες τα οποία είχα αποφασίσει ότι θα τα πάρω και τα δύο. Δηλαδή δεν υπάρχει άλλη επιλογή. Και δεν με ενδιαφέρει άλλη επιλογή. Αυτό δεν ξέρω πως γίνεται, καλείς το σύμπαν, καλείς την ενέργεια, καλείς τον εαυτό σου να στοχεύσει αλλά ήτανε τόσο στοχευμένο, που λέω μπορεί και να υπάρχει αυτό που λένε: Αν πραγματικά θέλεις…

Κ.Β: Ναι, και τι άλλαξε; Έφαγες τη χυλόπιτα.

Γ.Κ: Ναι, οι λόγοι που έμαθα εκ των υστέρων από τον Λευτέρη τον Χαρίτο ήταν ότι το κανάλι με θεωρούσε πολύ μοντέρνα φάτσα. Γιατί εγώ είχα μακριά μαλλιά, μούσια και ήμουν καστανόξανθος μαυρισμένος. Βέβαια, έχοντας πάρει feedback από την ομάδα, στην οποία δοκιμάστηκα μπροστά, που ήτανε η υπεύθυνη σεναρίων του καναλιού η Τίνα Κάσου, η Τσαμπάνη η Μελίνα που έχει γράψει το σενάριο και ο Λευτέρης, όπως και η casting director η Μιράντα Ρωσταντή, μου είπαν ξεκάθαρα ότι βλέπουμε σε εσένα αυτό τον ρόλο.
Λέω «χαρά μου και τιμή μου!»
Οπότε μου λένε «θα χαρούμε να συνεργαστούμε!»
Λέω «θα χαρώ κι εγώ!»
Και είχα μέσα στο μυαλό μου ότι δεν μπορεί, δεν γίνεται αν δεν υπάρχει πιθανότητα, εγώ θα βρω το 0,01 και θα το πιάσω και το θα κάνω 100% κι έτσι έκανα.

Κ.Β: Το βρήκες;

Γ.Κ: Ναι. Πήγα και έκανα ραντεβού με τον παραγωγό.

Κ.Β: Βήματα επιτυχίας, λέγε, λέγε να ακολουθούμε!

Γ.Κ: Ζήτησα εγώ, γιατί λέω δε γίνεται αυτό το πράγμα, πρέπει να το λύσω εγώ μέσα μου, τουλάχιστον να μάθω γιατί. Σπρώχνεις κάποιον άλλον; Δεν με γουστάρεις; Έχω κάνει καμία μαλακία στο παρελθόν; Γιατί και με τον Λευτέρη είχαμε συζητήσει, μου λέει «ρε φίλε έχεις κάνει καμία υποκριτική πατάτα, δεν σε συμπαθεί κανείς;»
Λέω «κοίταξε να δεις, δεν έχω αντιπαλότητες, συμπάθειες, αντιπάθειες, δεν ξέρω κανέναν, δεν με ξέρει κανείς. Δεν είμαι και 400 χρόνια στην τηλεόραση να πεις ότι υπάρχει μια φήμη ή κάτι, οπότε…»

Κ.Β: Έκανες το ραντεβού…

Γ.Κ: Έκανα το ραντεβού και λέω πρέπει να μάθω για ποιο λόγο ρε παιδί μου, δε γίνεται. Και μπαίνω μέσα και μου λέει «ποιος είσαι εσύ;» και λέω «αυτός που θα πάρει το ρόλο!».

Κ.Β: Α, ο επιμένων νικά εδώ πέρα, όχι αστεία.

Γ.Κ: Μου λέει «παρακαλώ;». Λέω «είμαι αυτός που θα πάρει το ρόλο και δεν θα τον αφήσει. Γιατί είμαι η καλύτερη επιλογή που έχεις».

Κ.Β: Εντάξει, φοβερός!

Γ.Κ: Χωρίς εγωισμό. Πραγματικά όταν περνάς 4 μήνες cast με τόσους, δεν ξέρω πόσα άτομα; 900; 1000; 600; 100; Δεν ξέρω, αλλά σου λέει σύσσωμη η ομάδα ότι εσένα θέλουμε, προφανώς εσύ είσαι η καλύτερη επιλογή όπως είναι η καλύτερη επιλογή ο τάδε, η τάδε, δεν το λέω εγωιστικά καθόλου, δεν έχω καθόλου εγωισμούς. Αλλά λέω ναι, για αυτό είμαι η καλύτερη επιλογή.

Γ.Κ: Μου λέει «παρακαλώ;». Λέω «είμαι αυτός που θα πάρει το ρόλο και δεν θα τον αφήσει. Γιατί είμαι η καλύτερη επιλογή που έχεις».

Κ.Β: Νομίζω ότι όχι απλώς τους δικαίωσες…

Γ.Κ: Ελπίζω και εύχομαι.

Κ.Β: Εγώ σου το λέω. Eγώ σου το λέω!

Γ.Κ: Είναι καθημερινός αγώνας αυτός και καθημερινό άγχος και καθημερινή ευθύνη. Έτσι το βλέπω εγώ τουλάχιστον.

Κ.Β: Πάντως νομίζω -γιατί το παρακολουθώ- πως έχεις και πολύ ωραία εξέλιξη στον ρόλο. Θεωρώ ότι έχεις βάλει μια πολύ ωραία αλητεία, υποκριτική, σε αυτό που κάνεις. Ο Κωνσταντής είναι σαν να είναι δεύτερη φύση, σαν να ήσουν στην προηγούμενη ζωή.

Γ.Κ: Σίγουρα όταν κοιμάσαι και ξυπνάς με ένα μέρος του εγκεφάλου σου, σε μια χ λειτουργία, ένας χαρακτήρας που κακά τα ψέματα άντε να ξέρεις 10 επεισόδια μπροστά τι κάνει, τον έχεις κάπως μέσα στο μυαλό σου συνέχεια γιατί λες «ωραία, το έκανα αυτό, αλλά ισχύει αυτό;» Και είναι κάτι που ζεις στην πορεία του χρόνου, δεν το ξέρεις, από την αρχή, δεν υπάρχει ένα βιβλίο που σου λέει: αυτός κάνει αυτό και στο τέλος γίνεται αυτό, να ξέρεις την ιστορία. Άρα ούτως ή άλλως έχεις πιο ανοιχτά παράθυρα στο να είσαι δεκτικός στα σήματα που λαμβάνεις κειμενικά, με συζητήσεις, ακόμη και με συζήτηση με τη σεναριογράφο…
Aν και το μόνο που έκανα στις πολύ αρχές, γιατί είχα έτσι ένα άγχος, μεγάλο κιόλας, την πήρα τηλέφωνο και τη ρώτησα μόνο αν βαδίζω στην πένα σου, αυτό. Λέω «βαδίζω στην πένα σου, μόνο αυτό θέλω να ξέρω, δεν θέλω να μου πεις τίποτε άλλο, ούτε τι θα γίνει μετά, ούτε πριν, αν τα κανα καλά, μόνο αν βλέπεις σε αυτό που κάνω αυτό που γράφεις, για να ξέρω κι εγώ που πάω.»

Κ.Β: Μ’ αυτή την ευκαιρία που σου δόθηκε, που την ήθελες πολύ, αισθάνεσαι ότι έκανες ένα restart σαν ηθοποιός;

Γ.Κ: Όχι, ίσως αισθάνομαι ότι οι προηγούμενες επιλογές μου με οδήγησαν στην τωρινή. Είτε λιγότερο επιτυχημένες, είτε περισσότερο επιτυχημένες. Εννοώ ότι στη ζωή μου έχω πει αρκετά όχι, για να προστατευτώ και γιατί λόγω εμφάνισης σίγουρα σε κατατάσσουν σε μια κατηγορία, που αυτό θα ήτανε ίσως περιοριστικό και έτσι όπως το έχουμε στο μυαλό μας εδώ στην Ελλάδα, θα ήτανε και καταστρεπτικό αν δεν το χειριζόσουν σωστά. Οπότε επειδή κριτήριό μου εμένα πάντα στις δουλειές είναι, γιατί ονειρεύομαι συνεργασίες, να κοιμάμαι σπίτι μου ήσυχος και να γυρίζω γεμάτος ότι κι αν κάνω, ανεξαρτήτως αν αρέσει ή δεν αρέσει. Το θέμα είναι να αρέσει σε εμένα, για να είμαι εγώ καλά. Οπότε με βάση αυτό το κριτήριο νιώθω ότι, φέτος τουλάχιστον, ήρθε ο καιρός που μάζεψα καρπούς από τα σπόρια που φύτεψα κάποτε στο χώμα.

Κ.Β: Όταν είπες ονειρεύομαι συνεργασίες τι εννοούσες;

Γ.Κ: Εννοώ ότι σαν ηθοποιός, γιατί αυτό κάνω τώρα, σε δέκα χρόνια μπορεί να φυτεύω ντομάτες σε ένα χωριό, δεν ξέρω, αλλά αυτή τη στιγμή, όταν λέω ότι ονειρεύομαι συνεργασίες, εννοώ ότι δεν ονειρεύομαι απαραίτητα ρόλους, δηλαδή κι αν δεν παίξω Επίδαυρο θεωρώ ότι μπορώ να ζήσω. Θα είμαι ευτυχισμένος και πάλι. Το θέμα είναι να κάνω κάτι που μου αρέσει. Το θέμα είναι να συνεργάζομαι με ανθρώπους που σέβομαι και με σέβονται. Που έχω εγώ να δώσω πρώτα και έχουνε να μου δώσουνε. Μπορεί να τύχουνε και συνεργασίες οι οποίες σίγουρα σου δώσανε κάτι, αλλά εντάξει, μέσα από τις μαλακίες και τα λάθη μαθαίνει κανείς. Ευτυχώς δεν έχω κάνει ποτέ μαλακίες ως τώρα.

Κ.Β: Έλα…

Γ.Κ: Ούτε λάθη.

Κ.Β: Ποιον έχουμε απέναντί μας; Βοηθήστε με!

Γ.Κ: Πρόσεξε σε σχέση με τις επιλογές μου στη δουλειά…

Κ.Β: Αυτό είναι πολύ λυτρωτικό να το λες…

Γ.Κ: … γιατί στη ζωή από τη μια μαλακία στην άλλη πάμε, άστο τώρα.

Κ.Β: Υπέροχα, άρα εντάξει, είσαι άνθρωπος.

Γ.Κ: Ναι, ναι εννοώ στη δουλειά καθαρά.

Κ.Β: Δεν έχεις μετανιώσει για καμία επιλογή άρα επαγγελματική.

Γ.Κ: Όχι γιατί κι αν έγινε κάτι, δεν ήταν από μεριάς μου.

Κ.Β: Ωραία, πάει το λήξαμε αυτό.

Γ.Κ: Οπότε εγώ, σε αυτό που έκανα ήμουνα σωστός και εντάξει.

Κ.Β: Άρα πέρσι τέτοια εποχή φυσούσες τη χυλόπιτα και δεν κρύωνε.

Γ.Κ: Φυσούσα τη χυλόπιτα, είχα κλείσει βέβαια το θέατρο, που ήταν ένα ευτυχές γεγονός, το είχα ήδη κομφιρμάρει από τον Απρίλη, αλλά αυτή η δουλειά μου καρφώθηκε στο μυαλό γιατί είδα κι αυτή την ενέργεια που υπήρχε στην ομάδα και λέω αυτή η ενέργεια εμένα μου ταιριάζει όσο δεν μου έχει ταιριάξει τίποτε άλλο από αυτά που έχω συναναστραφεί προς το παρόν.

Κ.Β: Αυτό είναι ιδανικό.

Γ.Κ: Συν τοις άλλοις ρώτησα και ποιοι άλλοι είναι υποτιθέμενοι υποψήφιοι και τα λοιπά, οπότε κατάλαβα, έτσι όπως το έβλεπε η ομάδα ότι πήγαινε να στοχεύσει ψηλά. Τώρα εάν είχε επιτυχία ή όχι κανείς δεν το εγγυάται, αλλά ο στόχος ήταν η επιτυχία. Η υψηλή επιτυχία, όχι να κάνουμε μια δουλίτσα για να μην καθόμαστε και να τρέχει ο μισθός. Να κάνουμε μια δουλειά η οποία, αν όχι θα αλλάξει τα πράγματα στην τωρινή τηλεόραση, θα πάει μπροστά το όλο πράγμα.

Κ.Β: Ωραία, ένα χρόνο μετά, τι έχει αλλάξει για εσένα σε πρακτικό επίπεδο αλλά και μέσα σου.

Γ.Κ: Σε πρακτικό επίπεδο έχει αλλάξει ο χρόνος μου, με αυτή τη στέρηση της ελευθερίας που υποστήκαμε όλοι, το δίμηνο αυτό το μαγικό, κατάλαβα – που φαντάζομαι είναι και γενικό αυτό – ότι πολλές φορές οι άνθρωποι προσδιορίζονται κι από τις δουλειές τους. Δηλαδή, εμένα μου έλειψε πάρα πολύ η δουλειά μου, αλλά εγώ είμαι από τους τυχερούς που αγαπάει πάρα πολύ τη δουλειά του. Δεν με καθορίζει στη ζωή, εννοώ με καθορίζει και δεν με καθορίζει, όπως όλοι όσοι αγαπάμε αυτό που κάνουμε, αλλά εκεί κατάλαβα το πόσο σημαντικό είναι για εμένα το να δουλεύω και να ασχολούμαι με αυτό που κάνω.
Το χρόνο μου τώρα τον ελεύθερο θα ήθελα – και λέω θα ήθελα γιατί δεν τα καταφέρνω – θα ήθελα να τον αφιερώσω σε φίλους, γιατί έχω πολλούς φίλους εκτός χώρου, οπότε δε συγχρονιζόμαστε εύκολα. Θα ήθελα να τον διαθέσω να πάω μια βόλτα, να περπατήσω, να πάω ένα σινεμά, απλά πράγματα όχι κάτι extreme, αλλά για εμένα αυτό φέτος έγινε πολυτέλεια, εκεί που δεν το ΄χα. Επίσης, όταν έχεις θέατρο δεν έχεις ποτέ Σαββατοκύριακα, δηλαδή Παρασκευή που όλοι θα βγούνε, θα κάνουν, εσύ θα ετοιμάζεσαι για δουλειά, Σάββατο επίσης, Κυριακή, ενώ ο άλλος μπορεί να χαλαρώνει.. μπύρες κτλ, εσύ πρέπει να πας να δουλέψεις.

Κ.Β: Ναι αλλά εσύ θα πάρεις χειροκρότημα, κάτσε λίγο, είναι ίδιο με την μπύρα; (γέλια)

Γ.Κ: Ξέρεις καμιά φορά, κάποια πολύ μικρά πράγματα στη ζωή σε φορτίζουνε για μήνες. Εμένα ένα τέτοιο πράγμα θα με φόρτιζε για μήνες, γιατί εγώ το χειροκρότημα εντάξει, δεν θα μου εξασφαλίσει το ενοίκιο το χειροκρότημα, δηλαδή κι αυτό που λένε ότι οι ηθοποιοί τρέφονται με το χειροκρότημα είναι μια…

Κ.Β: Πες το.

Γ.Κ: Πίπα και μισή.

Κ.Β: Το΄πε παιδιά!

Γ.Κ: Συγγνώμη.

Κ.Β: Συγγνώμη

Γ.Κ: Έλα τώρα εντάξει, εκτός αν είσαι ένας άνθρωπος ο οποίος δεν μπορεί να υπάρξει εάν δεν πέφτει ο προβολέας πάνω του, που εκεί σίγουρα χρειάζεσαι κάποιο ψυχίατρο, ψυχολόγο για να μπορέσεις να απαγκιστρωθείς από αυτό. Η ζωή είναι αλλού!

Κ.Β: Έχω πεταλούδες στην κοιλιά μου για τον τρόπο που μιλάς.

Γ.Κ: Με ερωτεύτηκε παιδιά.

Κ.Β: Ναι… Όχι να σου πω κάτι… δεν μπορώ, δηλαδή μπορούνε όλοι οι ηθοποιοί να μιλάνε λίγο έτσι με ειλικρίνεια;

Γ.Κ: Αυτή είναι η δική μου ειλικρίνεια, κάποιος άλλος μπορεί να σου πει «παιδιά ο Κουκουράκης…

Κ.Β: Ναι αυτή θέλω, μα όλοι αυτό σκέφτονται…

Γ.Κ: …ο Κουκουράκης είναι ένα μπάζο στο μυαλό και τον νοιάζει να κλαμπάρει…». Εγώ δουλεύω από τα 11, έχω μεγαλώσει σε επαρχία, έχω πιάσει ζώα, έχω αρμέξει κατσίκια, έχω μαζέψει ελιές, οπότε έχω άλλα γνωρίσματα, δεν έχω προέλθει από αστική οικογένεια ή δεν διαβάζαμε ποίηση στο σπίτι.

Κ.Β: Δεν διαβάζατε ποίηση στην Κρήτη;

Γ.Κ: Όχι καλέ, κάθε Τετάρτη και Παρασκευή, μόνο. Πας καλά;

Κ.Β: Μαντινάδες;

Γ.Κ: Άλλο μαντινάδες, θέλω να σου πω ότι προέρχομαι από μια πολύ γειωμένη κατάσταση. Γενικά στη ζωή μου έχω πει και προσπάθησα για αυτό ότι πρέπει να διαχωρίζεις τη δουλειά, από τη ζωή. Επειδή λοιπόν η συγκεκριμένη δουλειά έχει πολύ κάβλα, πάθος, αγάπη, θερμοκρασία, όλα αυτά, γιατί πραγματικά χωρίς κάβλα αυτή η δουλειά δε γίνεται. Το να κάθεσαι 10 ώρες σε ένα σετ, το να είσαι μέσα στον ήλιο και τη ζέστη και να είσαι πίσω από την κάμερα ή μπροστά από την κάμερα, αυτό θέλει μια κάβλα εγκεφαλική, οπότε αν δεν την έχεις αυτή για αυτή τη δουλειά, δεν θα αντέξεις αυτές τις συνθήκες. Είναι ξεκάθαρο το θέμα, είναι πολύ απλό.
Εάν σου περιγράψω μια μέρα φούλ, ξυπνάω από τις 7:30, 8:00 ανάλογα τι ώρα πρέπει να είμαι στο σετ, που πρέπει να οδηγήσω 40 λεπτά, στην καλύτερη, αν όχι 1 ώρα και κάτι, θα είμαι 10 ώρες, θα γυρίσω με τη μηχανή ας πούμε, αν προλάβω θα πάω σπίτι μου, έχω πάντα μια βαλίτσα με καθαρά ρούχα, ένα βρακί και ένα σαμπουάν και πάω στο θέατρο. Και γυρίζω μετά το βράδυ 11:30, 12 παρά. Δηλαδή πολλές μέρες αυτή ήταν η ζωή μου, παρόλα αυτά ήτανε γεμάτη.
Αλλά και πάλι ξεχωρίζω, ξέρω ότι αυτό είναι η δουλειά, η ζωή μου είναι άλλο, η ζωή μου είναι οι φίλοι μου, η οικογένειά μου, το να κάτσω να βγω μια βόλτα, να πιω μια μπύρα στο μπαλκόνι… αυτά είναι η ζωή, το άλλο είναι δουλειά! Και είμαι ευτυχισμένος και είμαι από τους τυχερούς προς το παρόν που η δουλειά μου μού δίνει αυτή την ευχαρίστηση. Αλλά είναι δουλειά.

Κ.Β: Eπειδή είπες ότι δουλεύεις από μικρός αν κατάλαβα καλά έχεις ασχοληθεί και με τη μόδα;

Γ.Κ: Ναι, όταν πέρασα πρώτο έτος στη δραματική σχολή του εθνικού είπα «να σου πω κάτι;» Ξεφύλλιζα το ΝΙΤΡΟ τότε, το ΝΙΤΡΟ που ήτανε στα πολύ πάνω του και πολύ το γούσταρα εγώ τότε, το ΝΙΤΡΟ, πιτσιρίκος εγώ 20, 21. Τότε ήμουνα στη σχολή Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων στον Πειραιά, γιατί πέρασα πανεπιστήμιο…

Κ.Β: Για λέγε…

Γ.Κ: Κάτσε καλά, εγώ διάβαζα.

Κ.Β: Έλα ρε Κουκουράκη!

Γ.Κ: Κι όταν έμπαινα στο 4ο έτος της σχολής, έδωσα και πέρασα στο 1ο έτος του Εθνικού. Aπλά μπορούσα να τα κάνω και τα δυο ταυτόχρονα γιατί το ένα είναι Yπουργείο Πολιτισμού το άλλο Υπουργείο Παιδείας, οπότε δεν εμπλέκονται υπό την ίδια αιγίδα, και είδα έναν τύπο ο οποίος είναι γνωστός και δεν θα πω το όνομά του και λέω «αφού μπορεί αυτός, μπορώ κι εγώ». Και πήγα εκεί και διάβασα τα details ξέρω γω, είναι ο τάδε, ποιο γραφείο…. εκεί. Πού είναι αυτό το γραφείο… και πήγα λέω «γεια σας ήρθα». Λέω «με ενδιαφέρει να κάνω αυτό».

Κ.Β: Hρεμία δεν είχες μέσα σου.

Γ.Κ: Κώλο δεν έβαζα. (γέλια δυνατά και από τους δυο).

Κ.Β: Το Kρητικάτσι ήρθε εδώ να τα σαρώσει όλα…

Γ.Κ: Αλλά κι αυτή η δουλειά μου έφερε πάρα πολλές…

Κ.Β: Πώς σου ήρθε αντί να πας να παίξεις μπάλα ας πούμε.

Γ.Κ: Είναι κάτι τελείως διαφορετικό τώρα, δεν είναι ότι αχ δεν έχουμε τι να κάνουμε ένα απόγευμα, ας πάμε σε ένα γραφείο μοντέλων να περάσουμε την ώρα μας. Όχι μ’ άρεσε. Ήθελα να το δω.

Κ.Β: Πώς είναι να είσαι μοντέλο;

Γ.Κ: Είναι πάρα πολύ ωραία. Τουλάχιστον εγώ το χρησιμοποίησα υπέρ της δουλειάς μου, γιατί έμπλεξα αυτά τα δύο με την έννοια ότι ούτως ή άλλως είναι μια μορφή υποκριτικής. Απλά σε επιλέγουν για την εξωτερική εμφάνιση, παρόλα αυτά όμως εσύ μέσα από μια φωτογραφία πρέπει να δώσεις μια κατάσταση. Εντάξει τώρα αυτό ακούγεται φιλοσοφημένο και εγώ μεγαλώνοντας έτσι το σχημάτισα.

Κ.Β: Σε εκείνη την εποχή τι κοιτούσες, στα 20 σου; Τα λεφτά που θα πάρεις τι, τι;

Γ.Κ: Ναι, γιατί έπρεπε να καλύψω το ενοίκιό μου.

Κ.Β: Όχι, λογικό δεν είναι;

Γ.Κ: Εγώ είμαι οικονομικά ανεξάρτητος από τα 21. Οπότε μια φωτογράφηση, μια καμπάνια εμένα μπορεί να μου εξασφάλιζε 6 μήνες πληρωμένο το ενοίκιό μου και για εμένα ήταν σημαντικό αυτό.

Κ.Β: Τέλειο είναι αυτό. Το πτυχίο το πήρες;

Γ.Κ: Στα 4 χρόνια.

Κ.Β: Αλήθεια;

Γ.Κ: Όχι ότι ήμουνα φυτό. Διάβαζα γιατί μου άρεσε. Πάντα ήθελα να είμαι εντάξει στις υποχρεώσεις μου, αλλά έπρεπε να έχω τουλάχιστον 3-4 μήνες τα καλοκαίρια για να βγάζω λεφτά, για να μπορώ να συντηρηθώ το χειμώνα. Οπότε ήταν εντελώς πρακτικό το θέμα. Και λέω στην τελική, αφού είναι μια εύκολη σχολή. Δηλαδή άμα κάτσεις να διαβάσεις μιάμιση ώρα την ημέρα, ένα μήνα πριν τις εξεταστικές θα περάσεις. Γιατί τώρα να γαμήσω τον Αύγουστο; Θα έρθω κατευθείαν τον Οκτώβρη που ανοίγει η σχολή, εγώ θα κάνω και Σεπτέμβρη διακοπές και ήμουν διακοπές ή δουλειά, ανάλογα. Αλλά ήτανε αυτή η φιλοσοφία μου. Δηλαδή, με το που πέρασα στη σχολή, είπα ότι εγώ θα τελειώσω στα 4 χρόνια.

Κ.Β: Και να σου πω τώρα ασχολείσαι με αυτό; Δηλαδή άμα σε πάρουν και σου προτείνουν μια…

Γ.Κ: Τι; Να κάτσω σε ένα γραφείο;

Κ.Β: Όχι παιδί μου.

Γ.Κ: Μην τρελαθώ.

Κ.Β: Όχι με τη μόδα ασχολείσαι τώρα;

Γ.Κ: Ναι, ασχολούμαι, δεν έχω σταματήσει ποτέ. Ξέρεις πολλές φορές προσπαθήθηκε από παντού, να μου φορεθεί η ταμπέλα μοντέλο – ηθοποιός, που δεν είναι προσβλητική ταμπέλα, αλλά επειδή η ταμπέλα αυτή στην Ελλάδα χρησιμοποιείται κάπως Β… Εγώ ποτέ δεν το δέχτηκα αυτό γιατί σέβομαι και το ένα και το άλλο. Εγώ χρησιμοποίησα αυτές τις εμπειρίες υπέρ της μιας δουλειάς και χρησιμοποίησα τις εμπειρίες από την άλλη δουλειά υπέρ της άλλης, οπότε έκανα ένα blend.

Κ.Β: Ωραίο αυτό το blend, εγώ δεν ήξερα ότι…

Γ.Κ: Ναι, εμένα μου αρέσει και δεν με εγκλώβισε ποτέ, δηλαδή δεν ένιωσα ότι κλείδωσα ποτέ ως ηθοποιός. Θα κλείδωνα μόνο αν δεν είχα αυτοπεποίθηση που νομίζω ότι κάθε άνθρωπος αν δεν έχει αυτοπεποίθηση κλειδώνει σε οποιοδήποτε χώρο επαγγελματικό.

Κ.Β: Στο χώρο που κινείσαι ο ναρκισσισμός είναι προαιρετικός ή είναι εργαλείο;

Γ.Κ: Αν με ρωτάς είναι ότι πιο καταστρεπτικό μπορείς να έχεις απέναντί σου. Καταρχήν εγώ δεν μπορώ ούτε την έπαρση, ούτε το ναρκισσισμό. Κάντο στο καθρέφτη σου, δεν ξέρω τι, πού, στο σπίτι σου, με τους φίλους σου. Δε βοηθάει ο ναρκισσισμός και δε νομίζω ότι μπορεί να σε πάει μπροστά. Και επίσης μη ξεχνάμε ότι είναι ομαδικό επάγγελμα αυτό. Ο νάρκισσος κάποια στιγμή θα κάτσει στον πάγκο νομίζω. Είτε από τους συμπαίκτες του, είτε από τον προπονητή του.

Κ.Β: Με τη νέα πραγματικότητα που έχεις και τον περιορισμένο χρόνο, έχει ανοίξει ο επαγγελματικός σου ορίζοντας, δηλαδή οι προτάσεις τώρα έχουν δεκαπλασιαστεί;

Γ.Κ: Σίγουρα υπάρχουν περισσότερες, αλλά έχει ανοίξει και ο ορίζοντας σε σχέση με το προσωπικό σου θέλω. Δηλαδή σίγουρα τώρα βλέποντας και έχοντας πάρει μυρωδιά του τι γίνεται και τι μπορείς να κάνεις, μαθαίνεις και τις δυνατότητές σου γιατί σε παρατηρείς, σε προσέχεις… Βάζεις και άλλους στόχους που δεν είναι πολύ μακριά από αυτούς που είχα πριν, αλλά σίγουρα όταν έχεις δει δέκα πράγματα παραπάνω λες «ααα για δες, αυτό μπορεί να είναι έτσι, μπορεί να είναι αυτό».

Κ.Β: Κάθε πόσο βάζεις στόχους εσύ;

Γ.Κ: Από όσο θυμάμαι δηλαδή από μικρός είχα πάντα κάποιους μεγάλους που μπορεί να έπαιρναν και δέκα χρόνια, αλλά έλεγα…

Κ.Β: Όσκαρ έχεις πάρει ας πούμε σε αυτούς τους στόχους που έχεις φανταστεί;

Γ.Κ: Μου χω δώσει (ωωωωωω) ένα Χρυσό Φοίνικα…

Κ.Β: Ααα, είναι πιο cool ο Φοίνικας, ωραίο.

Γ.Κ: Όχι και Όσκαρ θα μου δινα σε κάποια. Συνήθως οι στόχοι που βάζω είναι ως προς τον εαυτό μου. Ας πούμε ένας βασικός στόχος ήτανε να με αγαπήσω και να με παραδεχτώ ή να με αποδεχτώ να είμαι καλά με εμένα, να είμαι cool. Οπότε πριν κάποια χρόνια, μπαίνω στο σπίτι και λέω, «να σου πω κάτι» λέω, «αν γνώριζα τον Κουκουράκη, θα πήγαινα για μπύρα μαζί του». Εκεί ας πούμε ήταν ένα Όσκαρ που μου έδωσα, γιατί από τότε είμαι καλά με εμένα. Μέχρι τα 30 ψαχνόμουνα πολύ, αμφισβητούσα τα πάντα, ακόμη και σε σχέση με το τι έκανα εγώ, με τις επιλογές μου και τα λοιπά, αλλά στα 30 μου όταν, αφορμή ήταν το πρώτο μου έργο που έγραψα και το έκανα παραγωγή στην Κρήτη και εκεί ξαφνικά ήταν σαν να πέρασα ένα δεύτερο μεταπτυχιακό, μέσα από φωτιές, νερά, δελφίνια, καρχαρίες και τα λοιπά, και τα έβγαλα πέρα επιτυχώς, εκεί αγάπησα το μυαλό μου. Ναι, εντάξει το σώμα σου ρε παιδί μου είναι το σώμα σου οκ. Το χτίζεις, το φτιάχνεις, αλλά το μυαλό πρέπει να το αγαπήσεις. Αν δεν το αγαπήσεις το μυαλό, δεν αγαπάς εσένα τελικά. Έτσι κατάλαβα εγώ τουλάχιστον. Δηλαδή, εγώ από τότε είμαι σε ειρήνη ας πούμε με εμένα.

Κ.Β: Πότε έγινε αυτό;

Γ.Κ: 30, είμαι 37, στα 30.

Κ.Β: Γράφεις κιόλας;

Γ.Κ: Ναι.

Κ.Β: Για λέγε.

Γ.Κ: Στην καραντίνα τέλειωσα το 3ο έργο.

Κ.Β: Τα άλλα υπάρχουν; Μπορούμε να τα δούμε;

Γ.Κ: Υπάρχουνε σε κείμενο και έχουνε γίνει παραγωγές στην Κρήτη γιατί ήθελα να περάσω το crash test της σκηνοθεσίας και του κοινού.

K.B: Το τρίτο; Πώς θα προχωρήσει;

Γ.Κ: Ο στόχος είναι να το δω στο θέατρο που ονειρεύομαι.

K.B: Ονειρεύεσαι και το θέατρο; Α όχι στο θέατρο.

Γ.Κ: Στο θέατρο που ονειρεύομαι.

Κ.Β: Νόμιζα ότι έχεις βρει και το θέατρο, γιατί εσύ σε φοβάμαι θα το πεις και θα γίνει.

Γ.Κ: Μπορεί και ναι. Είναι ένας στόχος που θέλω να τον πετύχω σύντομα.

Κ.Β: Θα μου στείλεις μήνυμα;

Γ.Κ: Εννοείται.

Κ.Β: Γιατί θα γίνει.

Γ.Κ: Ε, βέβαια.

Κ.Β: Κ.Β: Με το Γιώργο εδώ είμαστε το γούρι σου, κανόνισε την πορεία σου.

Γ.Κ: Ωραία, ωραία.

Κ.Β: Αυτό είναι Νο1 στόχος σου, να υποψιαστώ. Δηλαδή τώρα ας πούμε το ξεφυλλίζεις το έργο, το ξαναβλέπεις αυτό και έχεις μια…

Γ.Κ: 10.000 φορές το έχω κάνει αυτό, για να αλλάξεις πράγματα, για να δεις.

Κ.Β: Κωμωδία κι αυτό;

Γ.Κ: Ναι. Δεν είναι ότι θέλω να εγκλωβιστώ σε ένα είδος γραφής, απλά αν με ρωτήσεις εμένα πού θα γούσταρες να δώσεις 20 ευρώ βρε παιδί μου να πας να πλαντάξεις σε ένα δράμα, ή να πλαντάξεις στο γέλιο και να περάσεις μια ώρα… θα σου πω «φίλε μου εγώ θέλω κωμωδία αυτή τη στιγμή». Τώρα μπορεί να με ρωτήσεις μετά από ένα χρόνο και να σου πω «θέλω τώρα να δω κάτι βαρύ, να μου πέσουν τα πνευμόνια κάτω απ’ τη στεναχώρια.» Αλλά εμένα μου αρέσει πάρα πολύ η κωμωδία γιατί μέσα από ένα ανάλαφρο κλίμα, μπορείς να πεις τα πάντα, μπορείς να περάσεις τα πιο σκληρά μηνύματα… Εγώ πιστεύω πάρα πολύ στη δύναμη της κωμωδίας και του γέλιου και στην τελική να ξελαφρώνει λίγο ο κόσμος, να περνάμε καλά. Αλλά με στόχο, όχι χωρίς στόχο. Ο άλλος γιατί να πληρώσει να το δει, επειδή είσαι φίρμα ή επειδή είσαι 1,90; Η επειδή δεν έχει κάτι καλύτερο να κάνει και είπε ας πετάξω 20 ευρώ; Γιατί σέβεσαι και τον άνθρωπο στον οποίο απευθύνεσαι γιατί χωρίς αυτόν θεατρικό έργο δεν υπάρχει. Γιατί το θεατρικό έργο θέλει ένα κοινό. Οπότε πρέπει να σέβεσαι τους ανθρώπους. Δηλαδή, δεν το διανοούμαι αυτό που γίνονται δουλειές και κοροϊδεύουν τον κόσμο και του παίρνουν τα λεφτά. Τουλάχιστον εσύ πρέπει να είσαι ειλικρινής. Εγώ το γράφω γιατί θέλω να σου πω αυτό. Μπορεί να σου αρέσει, μπορεί να συμφωνείς, μπορεί και να μη συμφωνείς, αλλά εγώ δεν θα σε κοροϊδέψω. Θα σου πω «πρεσβεύω αυτό», δεν θα σου πω «πρεσβεύω κάτι αντίθετο», αυτό! Έλα κι εύχομαι να περάσεις ωραία.

Κ.Β: Θέλω να σου πω κάτι. Ότι εγώ δεν σε ήξερα, συγνώμη. Ξεκινάνε οι «Άγριες Μέλισσες»…

Γ.Κ: Και εδώ τελειώνει το podcast…

Κ.Β: Παιδιά, έφυγε ο Γιάννης τρέχοντας… μπαίνω στο προφίλ λέω «δεν είναι αυτός», λέω «άλλος Κουκουράκης» και τώρα ξαναμπήκα γιατί…

Γ.Κ: Λες πάλι δεν μπορεί…

Κ.Β: Σε κυνηγούσα (γέλια)… Σε κυνηγούσα για να κάνουμε αυτό το podcast και λέω πρέπει να γίνω stalker να δω τι λέει, τι κάνει, τι θα τον ρωτάω. Mεταμορφώνεσαι πάρα πολύ, δηλαδή για εμένα είσαι γεννημένος ηθοποιός.

Γ.Κ: Ευχαριστώ.

Κ.Β: Μπήκα στο προφίλ και έκανα scroll down…

Γ.Κ: Ευχαριστώ πολύ.

Κ.Β: Άλλος πριν ενάμιση χρόνο, άλλος πριν…

Γ.Κ: Με τιμάει αυτό που λες…

Κ.Β: Είδες λέω και καλά πράγματα, αλλά πραγματικά νομίζω ότι είσαι γεννημένος ηθοποιός, δεν ξέρω μεταμορφώνεσαι πάρα πολύ. Εσύ το αισθάνεσαι αυτό;

Γ.Κ: Είναι μια αλλαγή εμφανισιακή, με την έννοια είχα μακριά μαλλιά μούσια και με ξυρίσαν μου βάλανε μουστάκι, με κουρέψανε. Δηλαδή αναπόφευκτα υπάρχει μια αλλαγή.

Κ.Β: Εσυ γενικώς κάνεις αλλαγές εμφανισιακά, ή ήσουνα καλά…

Γ.Κ: Θα τις κάνω μόνο εάν χρειαστεί και με ενδιαφέρει.

Κ.Β: Τώρα νιώθεις καλά σε αυτό που είσαι με το μουστάκι και το…

Γ.Κ: Ναι, βέβαια μου πήρε κάνα δίμηνο η αλήθεια είναι, γιατί ήτανε λίγο βαρύ… η αλλαγή αυτή, αλλά το συνήθισα.

Κ.Β: Το έφερες στα μέτρα σου όμως.

Γ.Κ: Ναι, δε σου λέω ότι δεν θα τα ξανάφηνα. Εννοείται με την πρώτη ευκαιρία θα τα ξανάφηνα να μεγαλώσουν τα μούσια μου. Τώρα, τα μαλλιά μου, δεν ξέρω.

Κ.Β: Το μουστάκι;

Γ.Κ: Τι, αν το κρατούσα;

Κ.Β: Ναι.

Γ.Κ: Νομίζω πως όχι, αλλά δεν με ενοχλεί, έχω συμβιβαστεί. Απλά το πρώτο δίμηνο δεν κοιτιόμουν στους καθρέφτες.

Κ.Β: Η μαμά σου τι σου είπε;

Γ.Κ: Η μάνα μου; Τι να μου πει η μάνα μου;

Κ.Β: Της άρεσες έτσι;

Γ.Κ: Με το μουστάκι; Οι γονείς μου μένουν στην Κρήτη, δηλαδή από κοντά με είδανε μήνες μετά, οπότε είχανε συνηθίσει την εικόνα. Καλά στις αρχές τα αδέρφια μου, μου λέγανε «χαχαχαχα μαλάκα πως είσαι έτσι;» Και λέω κι εγώ «έλα, σκάσε το ξέρω» και τέτοια, αλλά μετά ξέρεις συνηθίζεις, γλυκαίνει και το πρόσωπο λίγο.

Κ.Β: Πάει όμως.. και με την Κρήτη το εμφανισιακό.

Γ.Κ: Ναι, φαντάζομαι αλλά ποτέ δεν είχα την πρεμούρα τώρα να…. Και ξέρεις σε επόμενη φωτογραφία με γραβιέρα και τσικουδιά και το μουστάκι. Είναι… ότι στηρίζουμε την Κρήτη.

Κ.Β: Και τσεμπέρι.

Γ.Κ: Σαρίκι, σαρίκι…

Κ.Β: Α, έτσι λέγεται; A, το τσεμπέρι είναι άλλο, ωχ θεέ μου είμαι άσχετη.

Γ.Κ: Τσεμπέρι νομίζω είναι για γυναίκες, αλλά είναι δικό σας τώρα αυτό, δεν ξέρω.

Κ.Β: Το ντύσιμο ενός ανθρώπου και η εμφάνιση του μπορεί ως πρώτη εντύπωση να σε επηρεάσει θετικά ή αρνητικά; Ως πρώτη…

Γ.Κ: Ξέρεις τι, δεν θα τον κρίνω από το οπτικό. Απ᾽ την ενέργεια. Έχει τύχει μόνο δυο φορές και τις δυο διαψεύστηκα, δηλαδή δεν συμπάθησα, έλεγα «πω ρε πούστη»… Mετά ανετράπηκε η εικόνα άρδην, φάρδην, επί μήκος, επί πλάτος και λέω «λοιπόν, ποτέ μην ξαναπείς μαλακία μέσα σου, μην κρίνεις ποτέ κανέναν» βέβαια η αλήθεια είναι ότι έχω καταλήξει ότι σου ταιριάζει ή δεν σου ταιριάζει. Δηλαδή τον όρο δεν συμπαθώ τον αποφεύγω, είναι πολύ αρνητικός. Αλλά λες ναι, δεν θα έκανα τόση παρέα ή δεν θα έκανα καθόλου παρέα γιατί δεν ταιριάζει, όχι γιατί δεν μπορώ να τον βλέπω μπροστά μου, δεν μπορώ να τη βλέπω μπροστά μου.

Κ.Β: Τώρα σε πλησιάζουν… άμα σε δουν σου μιλάνε;

Γ.Κ: Ναι, ναι μου μιλάνε.

Κ.Β: Και τι τους λες; Περισσότερο κορίτσια ή μαμάδες;

Γ.Κ: Όχι, όχι, όλοι και οικογενειάρχες, μαμάδες, παιδάκια.

Κ.Β: Τι σου λένε;

Γ.Κ: «Γεια σου Κωσταντή, ε Κωσταντή εεεε Κωνσταντή εεεεε…» λέω Ναι…

Κ.Β: Χαίρεσαι; Ή κουράζεσαι και κάποιες φορές;

Γ.Κ: Στην αρχή με άγχωνε. Σίγουρα χαίρομαι γιατί αυτό είναι ένα feedback της δουλειάς της οποίας εσύ έχεις κάνει, της δουλειάς της γενικής, ότι αγαπιέται κάτι από τον κόσμο, δηλαδή δεν είναι κακό. Στην αρχή όμως ήμουνα λίγο αγχωμένος και απόμακρος μετά λέω «γλύκανέ το», γιατί και ο κόσμος εκδηλώνει ότι του αρέσει αυτό που κάνεις και αυτό που γίνεται σε αυτή τη δουλειά και αυτός ήταν και ο στόχος της δουλειάς, οπότε μην το αποποιείσαι. Δεν το κάνει ο άλλος με κακία, ή να σου αφαιρέσει το χρόνο που έχεις στο δρόμο.

Κ.Β: Ποια είναι η σχέση σου με τα social media;

Γ.Κ: Νομίζω είναι υγιής. Δεν…

Κ.Β: Σε απασχολεί η εικόνα σου εκεί; Γιατί βλέπω ότι ανεβάζεις κάποια έτσι σε εισαγωγικά καφρίλες…

Γ.Κ: Όχι δε με απασχολεί δηλαδή δε θέλω να…

Κ.Β: Δέχεσαι πολλά μηνύματα;

Γ.Κ: Αρκετά! Τώρα το πολλά, δεν το είχα ξανά στη ζωή μου για να έχω μέτρο σύγκρισης αλλά ναι, είναι αρκετά, αλλά κατά καιρούς σε ένα story λέω ένα ευχαριστώ για τα μηνύματα, γιατί πραγματικά είναι όμορφα μηνύματα. Και υπάρχουν και μηνύματα που τα έχω διαβάσει και έχω συγκινηθεί, αλλά πρέπει να έχεις άπειρο χρόνο για να μπορέσεις να απαντήσεις σε όλα αυτά και μετά νομίζω ότι ξεφεύγει και το πράγμα.
Όχι ότι αυτοί οι άνθρωποι θα προσπαθήσουν να μονοπωλήσουν το χρόνο σου ή δεν αξίζουν το χρόνο σου, ίσα-ίσα αυτοί είναι που αξίζουν το χρόνο, αλλά δε γίνεται. Τουλάχιστον δεν γίνεται με τον τρόπο που εγώ βλέπω τα social γιατί εγώ μπαίνω, ποστάρω μια φωτογραφία, θα πω ένα μήνυμα, σήμερα έχω νεύρα ξέρω εγώ, θα ποστάρω κάτι που μου την έδωσε, αυτό, αλλά δεν το κάνω για να δημιουργήσω εντυπώσεις ή για να πλάσω ένα χαρακτήρα ή μια περσόνα και νομίζω ότι δεν με ενδιαφέρει κιόλας αυτό. Ποτέ δεν με ενδιέφερε. Με ενδιαφέρει να είμαι εγώ. Τώρα αν κάνω και καμία μαλακία ως εγώ δεν πειράζει.. Όλοι έχουμε κάνει…

Κ.Β: Συγχωρέστε τον… Γιάννη σε αυτή την ηλικία που βρίσκεσαι τώρα…

Γ.Κ: Στα 25.

Κ.Β: Ακριβώς (γέλια) ποιο θεωρείς ότι είναι το μεγαλύτερό σου κατόρθωμα;

Γ.Κ: Που να ξέρω, ξέρω γω; Έλα ντε; Σίγουρα αυτό που είπα πριν το να είμαι εγώ καλά με εμένα, γιατί είναι μεγάλο δώρο να το κάνεις στον εαυτό σου κάποια στιγμή ακόμη κι αν αργήσει. Επίσης το ότι γυρνάω πίσω και ξέρω, είμαι σίγουρος, ότι ποτέ δεν έκανα κακό σε άνθρωπο, ούτε σε ζώο… Αν κάποιοι άνθρωποι μπορεί να πληγώθηκαν, σίγουρα θα ήταν άθελά μου, ποτέ δεν ήμουνα κακεντρεχής, ποτέ δεν προκάλεσα κάτι, ποτέ δεν κινήθηκα με δόλο, οπότε εγώ με εμένα είμαι πάρα πολύ καλά, σε αυτό το κομμάτι ας πούμε. Θεωρώ ότι είναι πάρα πολύ μεγάλο κατόρθωμα αυτό. Μπορεί να ακούγεται ρομαντικό ή να ακούγεται ηλίθιο για κάποιους «σιγά ρε μαλάκα τι κατάφερες, να τα έχεις καλά με τον εαυτό σου… σιγά εγώ τα έχω κα.. κι όμως είναι πολύ δύσκολο».

Κ.Β: Όλοι είναι με αντικαταθλιπτικά και ψυχολόγους…

Γ.Κ: Εγώ είμαι πολύ καλά με τον εαυτό μου και τον έχω αποδεχτεί τον έχω αγαπήσει, τον έχω αγκαλιάσει, που ήμουνα πολύ στα μαχαίρια. Aυτό είναι το πρώτο πράγμα που σκέφτομαι τώρα, αύριο άμα μου κάνεις την ίδια ερώτηση μπορεί να έχω σκεφτεί άλλα 4 ή άλλα 2, αλλά είναι μεγάλο κομμάτι αυτό.

Κ.Β: Λοιπόν Γιάννη, πάμε να μιλήσουμε για άλλα πράγματα τώρα, άσχετα με τα παραπάνω. Θέλω να σε ρωτήσω για το στιλιστικό κομμάτι στο ρόλο του Κωσταντή στις «Άγριες Μέλισσες». Σε ζόρισε στην αρχή το ντύσιμο; Οι μπότες ιππασίας… θα κυκλοφορούσες έτσι; Στο τώρα!

Γ.Κ: Σε ένα ιδανικό τώρα μπορεί ναι. Δηλαδή αν ήμουν στις Μαδάρες, σε ένα χωριό στα Σφακιά θα κυκλοφορούσα άνετα. Τώρα εδώ πέρα στην πόλη, νομίζω δεν έχει και νόημα. Δηλαδή, όσο άποψη κι αν είναι, πρέπει να είναι λίγο haute couture το θέμα.

Κ.Β: Άρα δεν βγαίνεις όπως σου έρθει στο δρόμο. Θα σκεφτείς τι θα φορέσεις.

Γ.Κ: Καθόλου. Γιατί οτιδήποτε το αγοράζω μ’ αρέσει, δεν είναι ότι θα σκεφτώ. Δηλαδή, σήμερα ήρθα με παντόφλες ας πούμε…

Κ.Β: Νροπή σου.

Γ.Κ: Καθόλου (γέλια). Δεν κατάλαβα…

Κ.Β: Και ένα ντεκολτέ στο πουκάμισο…

Γ.Κ: Έτσι…

Κ.Β: Έτσι, γιατί έχουμε κλείσει το air condition. Θα σου κάνω κάποιες ερωτήσεις…

Γ.Κ: Πρέπει να συγκεντρωθώ;

Κ.Β: Όχι μωρέ, χαλαρά, ότι σου βγαίνει. Μπορούμε να περιμένουμε κι ένα τέταρτο να απαντήσεις… Λοιπόν, αγαπημένο τραγούδι αυτό το διάστημα.

Γ.Κ: Δεν το ξέρω, είναι ένα στο youtube που το βάζω και παίζει επειδή έχει κατεβάσει το playlist, ένα houseάκι είναι που εμένα με χαλαρώνει.

Κ.Β: Α, είσαι φάση house δηλαδή τώρα;

Γ.Κ: Φάση summer time και δεν συμμαζεύεται.

Κ.Β: Δεν συμμαζεύεται η αλήθεια είναι.

Γ.Κ: Δηλαδή αυτή η μουσική τώρα εμένα με ταξιδεύει σε παραλία, άμμο, κοκτεϊλάκι, ήλιο, τέτοια.

Κ.Β: Βιβλίο δίπλα στο κύμα θα ανοίξεις ή μόνο στο σπίτι;

Γ.Κ: Δεν θα ανοίξω τώρα βιβλίο, γιατί δεν είμαι σε φάση. Είμαι σε φάση να συναναστραφώ με κόσμο όχι να απομονωθώ.

Κ.Β: Αγαπημένη ατάκα αυτό το διάστημα;

Γ.Κ: «Κάπου Ώπα».

Κ.Β: (γέλια) Ψάρωσα για λίγο. Λοιπόν, αγαπημένο look παραλίας.

Γ.Κ: Ε, όπως το είπες… αγαπημένο look παραλίας.

Κ.Β: Ποιο;

Γ.Κ: Εεεε, στρινγκάκι, τα κλασικά, ε τι περίμενες; Βερμούδα, παντόφλα, κανένα πουκάμισο ή αμάνικο.

Κ.Β: Εντάξει.

Γ.Κ: Αυτά.

Κ.Β: ΟΚ.

Γ.Κ: Τσαντίστηκε.

Κ.Β: Όχι και τόσο αγαπημένο look παραλίας.

Γ.Κ: Στρινγκάκι, ξέρεις (δυνατά γέλια και από τους δυο) ξέρω εγώ; Να πω κάτι λαμέ; Δεν ξέρω, δεν το έχω φιλοσοφήσει.

Κ.Β: Δεν ασχολείσαι.

Γ.Κ: Ναι, δεν το έχω φιλοσοφήσει.

Κ.Β: Δεν ασχολείσαι, σαγιονάρα με τακούνι μπορείς να πεις.

Γ.Κ: Εκπληκτικό! Και φούντα μπροστά.

Κ.Β: Αγαπημένος προορισμός.

Γ.Κ: Τώρα ιδεατά, ή στην πραγματικότητα;

Κ.Β: Ένα κι ένα πες μου.

Γ.Κ: Για να ξέρουμε τώρα πού βαδίζουμε.

Κ.Β: Την Κρήτη την έχεις βαρεθεί που είναι η καταγωγή σου;

Γ.Κ: Όχι, γιατί την έχω συνδυάσει και με τους ανθρώπους της. Δηλαδή, έχω πολλές οικογένειες εκεί, εκτός από τη δική μου, οι φίλοι μου είναι οικογένεια. Οι δεσμοί αυτοί είναι μοναδικοί που έχω, οπότε ξέρεις, έχω συνδυάσει… Ναι, νομίζω ότι είναι και το αναμενόμενο να πω αγαπημένος προορισμός τα Χανιά. Όχι επειδή είμαι τοπικιστής, επειδή με συνδέουν οι άνθρωποι με αυτό το μέρος. Αλλά και Κυκλαδονήσια δεν μου πέφτουνε κακά.

Κ.Β: Π.χ. πού; Τήνο; Ή είσαι ακόμη Μύκονος;

Γ.Κ: Καλά, Μύκονος λατρεύω, εντάξει.

Κ.Β: Εντάξει έχει τις πιο ωραίες παραλίες μεταξύ μας αλλά…

Γ.Κ: Εγώ την έχω δει αρχές Οκτωβρίου, εκεί την εκτίμησα. Η Κρήτη έχει εντελώς διαφορετικό vibe, είναι λίγο πιο βαρύ. Επίσης ταξιδεύεις πολύ ώρα για να φτάσεις σε κάποιες παραλίες που αξίζουνε βέβαια. Έχει στίγμα η Κρήτη. Θα θελα να πάω μια Ικαρία ας πούμε που έχω ακούσει ότι είναι πολύ ωραία.

Κ.Β: Για τα πανηγύρια.

Γ.Κ: Ε ναι, γιατί για τα πανηγύρια είμαστε, δεν είμαστε για τίποτε άλλο…

Κ.Β: Περίμενα να το πεις μόνος σου, χαίρομαι.

Γ.Κ: Όπως κατάλαβες το λέω. Κανένα ίχνος…

Κ.Β: Αγαπημένη στιγμή της ημέρας, πρωί, μεσημέρι, απόγευμα, που βγάζεις βόλτα το σκύλο, που πίνεις τον καφέ σου; Που…

Γ.Κ: Ανάλογα, τώρα, δηλαδή.

Κ.Β: Είσαι πρωινό τύπος ή είσαι πιο βράδυ;

Γ.Κ: Τώρα η αλήθεια είναι ότι είμαι και τα δυο ρε γμτ…

Κ.Β: Άρα δεν κοιμάσαι.

Γ.Κ: Κοιμάμαι.

Κ.Β: Στα γυρίσματα.

Γ.Κ: Αν με ρώταγες το ιδανικό για εμένα είναι να ξυπνάω 7:30 η ώρα το πρωί, μ’αρέσει πάρα πολύ. Και όσες φορές το έχω καταφέρει – που δεν είναι και λίγες – όλη μου η μέρα μετά πάει ρολόι. Τώρα ας πούμε που κολυμπάω, ξυπνάω 7 η ώρα και 7:30 βουτάω. Αρκεί να μην έχω κοιμηθεί 3 το βράδυ.

Κ.Β: Γιάννη πέρασες καλά μαζί μας;

Ξεκινάει μουσική

Γ.Κ: Ε καλά εντάξει τώρα, εεε, οκ…

Κ.Β: (Γέλια) Αυτός είναι ο Γιάννης Κουκουράκης. Λοιπόν Γιάννη το πήρα απόφαση, θα πεις στο Λευτέρη Χαρίτο που είναι ιδρυτικό μέλος του pod.gr να με πάρετε στις «Άγριες Μέλισσες» ή θα έρθεις εσύ εδώ μαζί μου να κάνουμε podcast.

Σπικάζ

Λοιπόν αυτό ήτανε και για σήμερα. Τον ήχο αυτό επιμελήθηκε όπως πάντα με πολλή προσοχή και αγάπη ο Μάριος Πλασκασοβίτης, αλλά ηχογράφησε ο Γιώργος Βαβανός.
Αν θέλετε να παραμείνει το χαμόγελο στα χείλη σας, δεν έχετε παρά να κάνετε download τώρα, ένα podcast που ακούει στο όνομα «Ποια γέλασε» και το υπογράφει ο Σωτήρης Βαλάρης. Για ακόμη περισσότερα podcast μπαίνετε στο pod.gr στο applemusic, στο spotify, όπου τέλος πάντων σας βγάλει ο δρόμος και απολαμβάνετε επεισόδια όλης της φοβερής ομάδας μας. Εμείς τα λέμε σε λίγες μέρες.

Μουσικό σήμα: pod.gr To καλό να ακούγεται

Ακούσατε το #Στυλ, μια παραγωγή του pod.gr. Για να ακούσετε και άλλα επεισόδια Στυλ, ακολουθήστε μας στο Spotify, Apple podcasts, Google podcasts, Pocket Casts ή όπου αλλού ακούτε ποντκαστ από το κινητό σας.