«Έχασα το αριστερό μου πόδι, αλλά δεν μου λείπει τίποτα στη ζωή μου»
Νίκος Παπαγγελής: «Και να της λέω ότι “μαμά, δεν ακρωτηριάστηκα”, γιατί το ένιωθα το πόδι μου. Οι λεγόμενοι “πόνοι – φάντασμα” που υπάρχουνε μετά από τέτοια χειρουργεία. Και μετά ξανακοιμήθηκα. Μετά ξύπνησα, τους είδα όλους εκεί. Ήταν η οικογένειά μου, οι φίλοι μου. Ήτανε παιδιά τα οποία είχανε κι αυτοί ακρωτηριασμό σαν κι εμένα, που ‘χαν έρθει να με δουν στο χειρουργείο. Και ουσιαστικά επειδή είχαν πάει όλα καλά, είχα τόσο δύναμη και τόσο χαρά που ουσιαστικά ξεμπέρδεψα για πάντα με τον καρκίνο. Οπότε ανυπομονούσα ουσιαστικά να ξαναμπώ σε ρυθμούς, να πάω στο κέντρο αποκατάστασης, να βάλω το πρόσθετο μέλος, να βγω απ’ το νοσοκομείο, να ξαναπάω στο σχολείο μου, να αρχίσω τον αθλητισμό. Οπότε ήταν ένα συναίσθημα χαράς ουσιαστικά».
Μουσική
(Σήμα) Σταύρος Θεοδωράκης
Πώς συνεχίζεται η ζωή μετά από ένα χτύπημα, μία πτώση, μία τραγωδία; Τι έχουν να πουν οι ήρωες, οι ηρωίδες που τα κατάφεραν; Είναι το podcast «Ιωάννα». Συγκλονιστικές εκμυστηρεύσεις και μαθήματα ζωής. Με την Ιωάννα Παλιοσπύρου.
Τραγούδι Ηλία Μπόγδανου: Δεν τα παρατάμε
Ιωάννα Παλιοσπύρου: «Μ’ αυτό το τραγούδι του Ηλία Μπόγδανου υποδέχομαι τον Νίκο Παπαγγελή, αφού πρωταγωνιστεί κι ο ίδιος στο video clip. Έναν μοναδικό ποδηλάτη, 22 χρονών, πρωταθλητή ήδη, που έχει χάσει το ένα του πόδι απ’ την εφηβεία του. Νίκο μου, καλώς ήρθες».
Ν.Π.: «Καλώς σε βρήκα. Είναι χαρά μου που βρίσκομαι σήμερα μαζί σου και θα κάνουμε αυτό το podcast».
Ι.Π.: «Δική μου είναι η χαρά. Να τα πάρουμε όμως λίγο απ’ την αρχή. Πριν μερικά χρόνια, όταν ήσουν γύρω στα 13-14, διαγνώστηκες με οστεοσάρκωμα το οποίο είχε σαν αποτέλεσμα να σου ακρωτηριάσουν το πόδι. Πες μου λίγο τι είναι αυτό, γιατί πιθανόν να μην ξέρουν οι περισσότεροι».
Ν.Π.: «Ναι, ναι, ναι. Εμένα η ιστορία μου ξεκίνησε το 2012, όταν ήμουνα 13 ετών. Είχα μόλις μπει στην Α’ Γυμνασίου και με έπιασε ένας πόνος τον Ιανουάριο του 2012 στο αριστερό μου πόδι λίγο πάνω από το γόνατο, που στην αρχή φαντάστηκα ότι θα ‘τανε κάποιος τραυματισμός απ’ το ποδόσφαιρο γιατί έπαιζα ποδόσφαιρο από μικρός. Δεν έδωσα πολλή σημασία, αλλά όσο πέρναγε ο καιρός, γινότανε ο πόνος όλο και πιο έντονος. Και το είπα στους γονείς μου, αναγκαστήκαμε να πάμε για κάποιες εξατάσεις. Με το που πήγαμε στον γιατρό και έπιασε ουσιαστικά το πόδι μου, κατάλαβε για το τι υπήρχε μέσα στο πόδι μου, που ‘τανε το οστεοσάρκωμα που ‘ναι όγκος, ένα είδος καρκίνου. Έκανα τη βιοψία, ακολούθησαν κάποιες χημειοθεραπείες, έκανα έξι κύκλους χημειοθεραπειών. Μετά αφαίρεσα τον όγκο στο πόδι μου, έβαλα σίδερο μες στο πόδι μου, έκανα άλλες έξι χημειοθεραπείες και το ξεπέρασα την πρώτη φορά. Μετά από ενάμιση χρόνο, όταν έκανα τον καθιερωμένο μου έλεγχο που έκανα κάθε τρεις μήνες, ξαναδιαγνώστηκα με οστεοσάρκωμα δεύτερη φορά. Αυτή τη φορά πιο επιθετική μορφή του καρκίνου. Προσπαθήσαμε με κάποιες χημειοθεραπείες, με κάποια χειρουργεία μήπως καταφέρουμε και σώσουμε το πόδι, αλλά η μόνη λύση για να είμαι υγιής και να μην προχωρήσει ο καρκίνος και σε άλλα μέρη του σώματός μου ήτανε να προχωρήσουμε στον ακρωτηριασμό του ποδιού μου απ’ το ισχίο και κάτω για να είμαι 100% σίγουρος ότι θα αφήσω τον καρκίνο πίσω μου».
Ι.Π.: «Πριν φτάσεις στο να σου πουν για τον ακρωτηριασμό, γενικά από την αρχή όλης αυτής της ιστορίας, εσύ πώς το αντιμετώπισες; Δηλαδή υπέστης σοκ; Ή είπες ότι “οκ, δεν είναι τίποτα, θα μου πει ο γιατρός τι πρέπει να κάνω και θα είμαι μετά μια χαρά”; Ποιες ήταν οι σκέψεις σου αρχικά;».
Ν.Π.: «Σίγουρα ήτανε πολύ δύσκολο, ειδικά την πρώτη φορά που ήμουνα και πιο μικρός σε ηλικία. Το πρώτο σοκ ήταν όταν πήγα στο νοσοκομείο βασικά και είδα τα άλλα παιδιά που δεν είχανε μαλλιά κι εκεί κατάλαβα το τι πρόκειται να συμβεί».
Ι.Π.: «Αα».
Ν.Π.: «Για μένα ήτανε μεγάλο σοκ, γιατί δεν ήξερα τι με περιμένει. Άρχισα να χάνω τα μαλλιά μου, άρχισα να πονάω, άρχισα να κάνω τις χημειοθεραπείες και να μην νιώθω πολύ καλά με τον εαυτό μου, είχα αρχίσει να παίρνω και κάποια κιλά. Δεν έκανα πράγματα που έκανα όπως πριν. Οπότε ήτανε πάρα πολύ δύσκολο, η ψυχολογία μου δεν ήτανε πάρα πολύ καλή. Είχα βέβαια τους γονείς μου, τους φίλους μου και την οικογένειά μου να ‘ταν πάντα δίπλα μου, που βοηθούσε πάρα πολύ αυτό. Αλλά γενικά η όλη περιπέτεια αυτή ήτανε πάρα πολύ δύσκολη για μένα. Δεν θυμάμαι πάρα πολλά πράγματα, συναισθήματα κτλ, γιατί τα ‘χω αφήσει πολύ πίσω μου. Αλλά σίγουρα ήτανε πάρα πολύ δύσκολο».
Ι.Π.: «Πίστευες τότε ότι θα το ξεπεράσεις ή είχες καταλάβει το μέγεθος του κινδύνου;».
Ν.Π.: «Δεν είχα καταλάβει καθόλου το μέγεθος του κινδύνου. Εγώ βασικά ανυπομονούσα γιατί ήξερα ποιο ήταν το πλάνο, το τι έπρεπε να κάνω για να τελειώσω. Δεν είχα στο μυαλό μου ότι “οκ Νίκο, μπορεί ο καρκίνος να… απ’ τον καρκίνο να χάσεις τη ζωή σου ή το οτιδήποτε”. Αυτό που περίμενα ήταν απλά να κάνω τις χημειοθεραπείες, να κάνω τα χειρουργεία, να τελειώσω για να ξαναγυρίσω στη ζωή που είχα και πριν».
Ι.Π.: «Και στο ποδόσφαιρο».
Ν.Π.: «Στο ποδόσφαιρο».
Ι.Π.: «Ωραία. Και έρχεται η στιγμή λοιπόν, η πολύ δύσκολη στιγμή -είμαι σίγουρη-, που σε ενημερώνουνε για το τι πρέπει να ακολουθήσει. Ότι πρέπει να ακρωτηριάσεις το πόδι σου για να σώσεις τη ζωή σου, έτσι;».
Ν.Π.: «Ουσιαστικά ναι. Αυτό έπρεπε να γίνει».
Ι.Π.: «Ήτανε… Έπρεπε να διαλέξεις ανάμεσα στη ζωή σου και στο πόδι σου».
Ν.Π.: «Και στο πόδι μου».
Ι.Π.: «Για περιέγραψέ μου λίγο».
Ν.Π.: «Θυμάμαι εκείνη τη μέρα είχαμε πάει στον γιατρό. Εγώ, η μητέρα μου, ο πατέρας μου, ο παππούς κι η γιαγιά που ‘ταν πάντα δίπλα και δεν μίλαγε κανείς εκείνη τη μέρα, τίποτα. Μπήκα στον γιατρό και μου ανακοινώνει έτσι ψυχρά ότι “Νίκο, τη Δευτέρα θα πρέπει να μπούμε για ακρωτηριασμό”. Εγώ έπαθα τρελό σοκ γιατί δεν ήξερα ότι θα πάω στον γιατρό και θα μου πει κάτι τέτοιο. Δεν είχα καμία ιδέα για το τι…».
Ι.Π.: «Καλά, συγγνώμη, ο γιατρός έτσι το διαχειρίστηκε;».
Ν.Π.: «Πιστεύω ήτανε το καλύτερο που μπορούσε να κάνει».
Ι.Π.: «Α, ναι;».
Ν.Π.: «Γιατί δεν μου άφησε επιλογή, να μου πει ψέματα ότι μπορεί να μπούμε για ένα χειρουργείο, να προσπαθήσουμε να σώσουμε το πόδι και να ξυπνήσω εγώ μετά και να μην έχω το πόδι μου».
Ι.Π.: «Οκ».
Ν.Π.: «Στην αρχή σίγουρα ήτανε πολύ δύσκολο και ήμουν αρνητικός στο πώς μου το είπε, αλλά μετά που πέρασε ο καιρός ήμουνα σίγουρος ότι ήτανε η καλύτερη επιλογή να μου το πει έτσι ψυχρά. Γιατί ήξερα ότι μετά απ’ αυτό, μου το εξήγησε ότι “θα κάνουμε αυτό και μετά θα είσαι 100% υγιής και θα μπορείς να κάνεις τα πράγματα που έκανες και πριν, απλά με ένα πόδι λιγότερο”».
Ι.Π.: «Και έπρεπε να δώσεις εσύ την έγκρισή σου γι’ αυτό; Ή οι γονείς σου μάλλον, γιατί ήσουν ανήλικος τότε».
Ν.Π.: «Σίγουρα κι οι γονείς μου, αλλά οι γονείς μου ουσιαστικά κάνανε αυτό που ήθελα κι εγώ. Δηλαδή άμα δεν το έπαιρνα απόφαση εγώ, δεν θα γινότανε κάποιος ακρωτηριασμός. Δηλαδή μόνο απ’ τους γονείς μου δεν θα γινόταν».
Ι.Π.: «Μμμ».
Ν.Π.: «Ήμουνα φουλ αρνητικός. Εκείνη τη μέρα δεν μίλησα σε κανέναν. Γύρισα σπίτι, κλείστηκα στο δωμάτιό μου, δεν ήθελα να το κάνω. Την επόμενη μέρα που ξύπνησα με πιο καθαρό μυαλό, κάθισα, συζήτησα με τους γονείς μου και είπαμε ότι αυτή η επιλογή είναι ουσιαστικά η μόνη και η καλύτερη. Το πήρα απόφαση, μιλήσαμε με τον γιατρό και κανονίστηκε να μπω για τον ακρωτηριασμό».
Ι.Π.: «Είχες καθόλου εκείνη την περίοδο υποστήριξη από ψυχολόγο;».
Ν.Π.: «Δεν είχα καθόλου υποστήριξη από ψυχολόγο. Ήμουνα πολύ οκ. Δεν χρειάστηκε να έχω γιατί θεωρώ ότι είχα τους γονείς μου δίπλα μου, είχα τους φίλους μου, που για μένα αυτό ήτανε. Με κάναν να ξεχνιέμαι χωρίς να… πολλά-πολλά. Δηλαδή είχαν έρθει ψυχολόγοι να με προσεγγίσουνε. Ο μόνος ψυχολόγος που ‘χα συναντήσει ήτανε την πρώτη φορά τότε ο Βασίλης, ο οποίος ερχότανε σαν ψυχολόγος, έκανε την πρακτική του. Ερχότανε και δεν μου μίλαγε για τίποτα, για το πώς είμαι, για το… για το οτιδήποτε. Ερχότανε, καθόμασταν, παίζαμε Playstation, μιλάγαμε για το ποδόσφαιρο και αυτό ήτανε το καλύτερο δώρο για μένα ουσιαστικά τότε».
Ι.Π.: «Και μπαίνεις λοιπόν χειρουργείο. Και ξυπνάς».
Ν.Π.: «Είναι απ’ τα πράγματα που θυμάμαι χαρακτηριστικά το να ξυπνάω απ’ το χειρουργείο. Αρχικά είχα πολύ μεγάλο φόβο. Μπήκα μέσα στο χειρουργείο και ένιωσα λες κι ήταν ένα σφαγείο εκεί. Ήταν όλα τόσο παγωμένα, ήταν τόσο ψυχρά. Ένιωθα κενός, άδειος μέσα μου. Κάπως έτσι. Και θυμάμαι τον γιατρό να ‘ρχεται από πάνω μου, να μου λέει ότι “τώρα θα κοιμηθείς και θα ξυπνήσεις μετά από λίγες ώρες και θα είσαι 100% καλά και θα πάνε όλα καλά”. Θυμάμαι να προσπαθώ να μην κλείσω τα μάτια μου με το που μπαίνει το φάρμακο, να νιώθω το φάρμακο στο χέρι μου».
Ι.Π.: «Αλήθεια;».
Ν.Π.: «Και να προσπαθώ να μην κλείσω τα μάτια μου γιατί δεν ήθελα ουσιαστικά εκείνη τη στιγμή… Δεν είχα κλάψει ποτέ. Έκλαψα μόνο τη στιγμή που μπήκα σε εκείνο το χειρουργείο που πήγα να κάνω τον ακρωτηριασμό. Ξυπνάω και το πρώτο πράγμα που είδα ήταν η μητέρα μου από πάνω μου. Και…».
Ι.Π.: «Οι μαμάδες».
Ν.Π.: «Η μαμά, ναι. Και να της λέω ότι “μαμά, δεν ακρωτηριάστηκα”, γιατί το ένιωθα το πόδι μου. Οι λεγόμενοι “πόνοι – φάντασμα” που υπάρχουνε μετά από τέτοια χειρουργεία. Και μετά ξανακοιμήθηκα. Μετά ξύπνησα, τους είδα όλους εκεί. Ήταν η οικογένειά μου, οι φίλοι μου. Ήτανε παιδιά τα οποία είχανε κι αυτοί ακρωτηριασμό σαν κι εμένα, που ‘χαν έρθει να με δουν στο χειρουργείο. Και ουσιαστικά επειδή είχαν πάει όλα καλά, είχα τόσο δύναμη και τόσο χαρά που ουσιαστικά ξεμπέρδεψα για πάντα με τον καρκίνο. Οπότε ανυπομονούσα ουσιαστικά να ξαναμπώ σε ρυθμούς, να πάω στο κέντρο αποκατάστασης, να βάλω το πρόσθετο μέλος, να βγω απ’ το νοσοκομείο, να ξαναπάω στο σχολείο μου, να αρχίσω τον αθλητισμό. Οπότε ήταν ένα συναίσθημα χαράς ουσιαστικά όταν ήμουνα μέσα στο νοσοκομείο και βγήκα απ’ το χειρουργείο».
Ι.Π.: «Εγώ θυμάμαι… Θυμάμαι -και το θυμάμαι και πολύ καλά- ότι αυτό το συναίσθημα που ένιωθα πάρα πολύ όταν βγήκα απ’ το νοσοκομείο ήταν φόβος για το αύριο. Για το πώς θα είναι η ζωή μου πλέον. Αλλά μιλάμε για έναν φόβο, ένα συναίσθημα που σε παραλύει. Εσύ το ένιωσες αυτό; Φοβήθηκες ότι δεν θα μπορείς να κάνεις κάποια πράγματα που θα ήθελες; Ή δεν θα μπορούσες να πετύχεις τους στόχους και τα όνειρά σου;».
Ν.Π.: «Ναι. Σίγουρα».
Ι.Π.: «Ή είπες “όχι, δεν υπάρχει περίπτωση, θα βρω τον τρόπο”;».
Ν.Π.: «Ναι. Σίγουρα υπήρχανε σκέψεις που τις έκανα μόνος μου, ότι πώς θα με βλέπουν οι άλλοι τώρα που θα ‘χω ένα πόδι, αν θα είμαι αποδεκτός στην κοινωνία, οι φίλοι μου πώς θα με βλέπουνε, αν θα μπορώ να κάνω πράγματα που έκανα και πριν. Αλλά εγώ πιστεύω ήμουνα πολύ τυχερός που απ’ την πρώτη στιγμή η οικογένειά μου και ο κόσμος γύρω μου με έκαναν να καταλάβω ότι αυτό που μου συνέβη δεν ήταν τίποτα. Το ότι μου λείπει ένα πόδι δεν με κάνει ξεχωριστό ή κάποιο άτομο το οποίο θα πρέπει να λυπάσαι, ότι δεν θα μπορώ να κάνω πράγματα. Με βάλανε κατευθείαν και μου συμπεριφέρθηκαν όπως ήταν ο Νίκος πριν. Οπότε δεν μου άφησαν κι αυτοί περιθώριο να πω στον εαυτό μου ότι “κοίτα, τώρα δεν θα μπορείς να κάνεις κάποια πράγματα, θα πρέπει να ντρέπεσαι για σένα, να μην βγαίνεις έξω”».
Ι.Π.: «Με ποιον τρόπο το κατάφεραν αυτό; Δηλαδή μπορείς να μου πεις ένα-δύο παραδείγματα συμπεριφορών; Ή σου έφεραν κάποιο παράδειγμα; Σε έφεραν σε επαφή να μιλήσεις με κάποιον άλλον; Για να καταλάβω πώς το αντιμετώπισαν κι εκείνοι, γιατί προφανώς το αντιμετώπισαν πολύ σωστά. Είχαν πολύ σωστή στάση απέναντι σ’ αυτό».
Ν.Π.: «Ναι».
Ι.Π.: «Αλλά ξέρεις, είναι… Δεν είναι κι αυτονόητο ότι όλοι οι γονείς ή όλοι οι φίλοι των παιδιών σε αντίστοιχες περιπτώσεις έχουν αυτή τη συμπεριφορά. Οπότε πες μου έτσι ένα-δύο παραδείγματα».
Ν.Π.: «Δηλαδή η μητέρα μου απ’ την πρώτη στιγμή που έγινε ο ακρωτηριασμός… Της είχα πει ότι θέλω να ξαναγυρίσω στον αθλητισμό. Δεν μου είπε ποτέ όχι. Δηλαδή ακόμα, θυμάμαι, είχα τα ράμματα και είχαμε ξεκινήσει να κάνω… Να ξεκινάω να μπαίνω στην πισίνα, να κάνω κολύμπι. Ποτέ δεν ήταν ότι, επειδή είχα ακρωτηριασμό, ό, τι ζήταγα θα μου ‘λεγε “ναι”. Μου ‘λεγε πολλές φορές “όχι” για πράγματα που έκανα πριν. Δεν μου είπε ποτέ “όχι” επίσης όποτε της ζήταγα από μόνος μου να βγω έξω μόνος μου, να πάω με τους φίλους μου. Οι φίλοι μου επίσης δεν μου συμπεριφερόντουσαν καθόλου διαφορετικά. Όπως ήμασταν πριν, έτσι ήμασταν και τότε. Οπότε…».
Ι.Π.: «Δεν είδες διαφορά στη συμπεριφορά των ανθρώπων, έτσι;».
Ν.Π.: «Καθόλου. Ήτανε ένα πράγμα που φοβόμουνα πάρα πολύ. Και θυμάμαι και στο σχολείο όταν πήγα, με κοιτάγανε όπως ακριβώς με κοιτούσαν και πριν. Δεν το άφησα κι εγώ πιστεύω. Γιατί ένιωθα πολύ καλά με τον εαυτό μου».
Ι.Π.: «Πιστεύεις ότι για να είχαν αυτή τη συμπεριφορά μπορεί να τους μίλησε κάποιος δάσκαλος ή να τους μίλησαν οι γονείς τους; Ή ήταν για τα παιδιά αυτονόητο ότι “δεν αλλάζει κάτι, είναι ο Νίκος που όλοι έχουμε αγαπήσει και που κάναμε παρέα και θα συνεχίσουμε να κάνουμε”;».
Ν.Π.: «Σίγουρα θα τους είχανε μιλήσει, αλλά πιστεύω ότι έπαιξε ρόλο το ότι κι εγώ ήμουνα ο Νίκος που ήμουνα πριν. Δηλαδή δεν με άλλαξε ο ακρωτηριασμός. Την ίδια αυτοπεποίθηση και την ίδια συμπεριφορά που ‘χα πριν, είχα και μετά τον ακρωτηριασμό. Οπότε δεν τους άφησα κιόλας να με δουν διαφορετικά. Παίζει μεγάλο ρόλο πιστεύω».
Ι.Π.: «Έχεις δίκιο, έχεις δίκιο».
Ν.Π.: «Το τι εκπέμπεις προς τους άλλους».
Ι.Π.: «Ακριβώς. Γιατί αν τους επιτρέψεις να σε δουν διαφορετικά ή να σε λυπηθούν…».
Ν.Π.: «Ακριβώς».
Ι.Π.: «Στην ουσία ξεκινάει από σένα πρώτα».
Ν.Π.: «Ακριβώς».
Ι.Π.: «Και μετά ακολουθεί η συμπεριφορά των άλλων».
Ν.Π.: «Είναι… Αυτό πιστεύω ότι είναι σίγουρο. Δηλαδή το πώς περπατάς στον δρόμο και το πώς κινείσαι στον χώρο λέει πάρα πολλά για το πώς νιώθεις εσύ για τον εαυτό σου και περνάει και στους άλλους».
Ι.Π.: «Εκατό τοις εκατό. Και οι γονείς σου -μου τους έχεις αναφέρει πάρα πολλές φορές στη συζήτηση- παίξανε καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη όλη αυτή».
Ν.Π.: «Σίγουρα. Οι γονείς μου και τα αδέρφια μου και παππούς, γιαγιά κι οι γονείς μου και οι φίλοι μου παίξανε πολύ σημαντικό ρόλο γιατί ήτανε πάντα εκεί δίπλα μου σε ό, τι χρειαζόμουνα. Σε φάρμακα, σε πρόσθετα μέλη που το κόστος είναι τεράστιο, το καλύψανε αμέσως. Η μητέρα μου είχε πάρει πρωτοβουλίες που σίγουρα έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στο τι είμαι σήμερα και στο πώς το ξεπέρασα όλο αυτό».
Ι.Π.: «Δηλαδή;».
Ν.Π.: «Φέρνοντας… Απ’ την πρώτη στιγμή που έμαθα ότι θα ακρωτηριαστώ, την επόμενη μέρα είχαν έρθει σπίτι η Μαρία από τον Άγγελο τον Χρονόπουλο. Είχαν έρθει παιδιά τα οποία είχαν ακριβώς τον ίδιο ακρωτηριασμό με μένα, έχοντας περάσει ακριβώς την ίδια ιστορία, που τους είδα, τους ρώτησα πράγματα κι αμέσως πήρα μια δύναμη ότι “κοίτα, υπάρχουνε κι άλλα άτομα τα οποία είχαν αυτό που είχες, το ξεπεράσανε, έχουν τις οικογένειές τους, έχουνε καταφέρει τόσα πολλά πράγματα”. Οπότε ήτανε κάποιες κινήσεις καθοριστικές που παίξανε ρόλο στο να το πάρω όσο πιο καλά γίνεται όλο αυτό που συνέβη».
Ι.Π.: «Φοβερή κίνηση η μαμά. Έκανε κίνηση ματ πιστεύω».
Ν.Π.: «Ναι, ναι, ναι, ναι, ναι».
Ι.Π.: «Οπότε ξεκινάει η αποκατάσταση, έχεις πρόσθετο μέλος. Πώς έρχεται η επαφή σου με την ποδηλασία κατ’ αρχάς;».
Ν.Π.: «Ξεκίνησα ουσιαστικά να πάω μετά τον ακρωτηριασμό να μάθω να περπατάω, να κάνω κάποια πράγματα. Ο αθλητισμός εμένα ήταν η ζωή μου. Από μικρός ήμουνα στον αθλητισμό. Ήταν το πρώτο πράγμα που ‘χα πει και στη μητέρα μου ότι θέλω να κάνω. Επίσης μια κίνηση που ‘χε κάνει η μητέρα μου ήταν ότι είχε φέρει έναν προπονητή σπίτι πριν ακρωτηριαστώ για το τι θα κάνω μετά, αφού γίνει ο ακρωτηριασμός».
Ι.Π.: «Αυτός ο προπονητής είναι ειδικός ας πούμε για περιπτώσεις αναπηρίας;».
Ν.Π.: «Είναι… Ήτανε προπονητής και για άτομα με αναπηρία, και κανονικός… και για αρτιμελείς αθλητές».
Ι.Π.: «Α, οκ. Οκ».
Ν.Π.: «Δεν διαφέρει ο προπονητής για αθλητές με αναπηρία και αθλητές αρτιμελείς».
Ι.Π.: «Δεν πρέπει να ‘χει κάποιες πιο εξειδικευμένες γνώσεις για να βοηθήσει και τους αθλητές με αναπηρία;».
Ν.Π.: «Στη συγκεκριμένη αναπηρία που ‘ναι η δικιά μου, ακρωτηριασμός, η προπόνηση που κάνουμε είναι ίδια με τους αρτιμελείς, οπότε… Δεν μπορούν να το καταλάβουν στην Ελλάδα. Στην Ελλάδα είμαστε στη νοοτροπία ότι ο αθλητισμός για τα άτομα με αναπηρία είναι πιο πολύ σαν ψυχαγωγία παρά σαν αθλητισμός-αθλητισμός».
Ι.Π.: «Άρα εσύ δηλαδή τι; Έκανες προπόνηση στην ίδια ομάδα με ανθρώπους χωρίς αναπηρία».
Ν.Π.: «Ακόμα και τώρα, ναι».
Ι.Π.: «Αα».
Ν.Π.: «Έτσι ξεκίνησα. Εγώ ξεκίνησα ουσιαστικά με κολύμβηση για να χάσω κάποια κιλά, να ξαναβρώ λίγο τους ρυθμούς μου, να ξαναποκτήσω κάποια φυσική κατάσταση. Ο προπονητής μου τότε μου ‘χε πει να δοκιμάσω την ποδηλασία. Η ποδηλασία ήταν το άθλημα που αγάπησα απ’ την πρώτη στιγμή, γιατί μου ‘δινε ένα αίσθημα ελευθερίας, την ταχύτητα που είχα πάνω στο ποδήλατο ένιωθα πολύ ελεύθερος, δεν με περιόριζε τίποτα. Οπότε ήτανε το άθλημα που αγάπησα πάρα πολύ και κόλλησα μαζί του απ’ την πρώτη στιγμή».
Ι.Π.: «Και κόλλησες. Και αυτό το κόλλημα έφερε εντυπωσιακά αποτελέσματα, διακρίσεις, βραβεία».
Ν.Π.: «Σίγουρα. Ναι. Εμένα το όνειρό μου όταν ακρωτηριάστηκα ήτανε να συμμετέχω στους Παραολυμπιακούς Αγώνες».
Ι.Π.: «Α το ήθελες από την αρχή, ε;».
Ν.Π.: «Ναι, ναι, ναι. Θυμάμαι κιόλας τον εαυτό μου πριν ακρωτηριαστώ καν, την πρώτη φορά που είχα αρρωστήσει, που έβλεπα τους Παραολυμπιακούς Αγώνες ένα καλοκαίρι τότε με τους γονείς μου και θαυμάζαμε όλα αυτά τα παιδιά τα οποία αγωνιζόντουσαν και κάνανε χρόνους και επιδόσεις αξιοσέβαστες. Οπότε ήταν ένα πράγμα που είχα στόχο απ’ την πρώτη στιγμή που ακρωτηριάστηκα. Και το έβαλα στόχο και δούλεψα γι’ αυτό».
Ι.Π.: «Η πορεία σου προς τον πρωταθλητισμό θεωρείς ότι ήτανε για σένα κάτι δύσκολο; Ήτανε κάτι το οποίο βγήκε ας πούμε πιο φυσικά;».
Ν.Π.: «Σίγουρα ήτανε κάτι πολύ δύσκολο, αλλά πιστεύω ότι η σχέση μου με την ποδηλασία και τον πρωταθλητισμό μου έδωσε πάρα πολλά και στο κομμάτι της ψυχολογίας μου. Γιατί τον πρώτο καιρό που ήμουνα στο σπίτι, ήξερα ότι κάθε πρωί θα ξυπνήσω γιατί έχω να κάνω προπόνηση κι έχω κάποιον συγκεκριμένο στόχο».
Ι.Π.: «Μμμ».
Ν.Π.: «Ήταν αυτό που ουσιαστικά με κράταγε για μια όρεξη, να ξυπνάω το πρωί και να λέω “ναι, πάμε”, “σήκω”, “έχεις κάποιους στόχους, πρέπει να τους πετύχεις”. Οπότε έπαιξε καθοριστικό ρόλο ο πρωταθλητισμός στη ζωή μου. Ήτανε πολύ δύσκολη όλη η πορεία. Καθημερινές προπονήσεις, πολλές ώρες, πολύ πόνος, αλλά πλέον είναι η ζωή μου και μ’ αρέσει αυτό, το απολαμβάνω. Απολαμβάνω την κάθε μου στιγμή».
Ι.Π.: «Για πες μου λίγο τι έχεις καταφέρει μέχρι στιγμής».
Ν.Π.: «Θεωρώ την μεγαλύτερή μου επίτευξη να είναι η συμμετοχή μου στους Παραολυμπιακούς Αγώνες και η έκτη θέση που κατέλαβα εκεί. Έχω κερδίσει αρκετά πανελλήνια πρωταθλήματα στην Ελλάδα, έχω πάρει κάποια μετάλλια σε παγκόσμια κύπελλα, έχω διακρίσεις σε παγκόσμια πρωταθλήματα, αλλά ο μεγαλύτερός μου στόχος ήτανε η συμμετοχή μου και η έκτη θέση θέση στους Παραολυμπιακούς Αγώνες, που ήτανε κι ο μεγαλύτερός μου στόχος ουσιαστικά».
Ι.Π.: «Και ο επόμενος στόχος;».
Ν.Π.: «Επόμενος στόχος… Έχω πολλούς στόχους στον αθλητισμό και στη ζωή μου. Επόμενοι στόχοι είναι… Φέτος έχω διάφορα παγκόσμια κύπελλα, παγκόσμια πρωταθλήματα κι ευρωπαϊκό πρωτάθλημα, που είναι οι βασικοί μου στόχοι. Κι ο μεγαλύτερός μου στόχος είναι η συμμετοχή μου στους Παραολυμπιακούς Αγώνες στο Παρίσι το 2024, όπου θέλω να κατακτήσω και το πρώτο μου παραολυμπιακό μετάλλιο στην ποδηλασία, και για την Ελλάδα, και για μένα».
Ι.Π.: «Τέλεια. Κι αυτό φαντάζομαι ότι είναι… Το πρόγραμμά σου δηλαδή είναι καθημερινό, είναι… Συνέχεια έχεις… Εκτός απ’ τις προπονήσεις, συμμετέχεις και σε οργανώσεις».
Ν.Π.: «Ναι, ναι, ναι».
Ι.Π.: «Και η ζωή σου είναι… Ας πούμε, το μεγαλύτερο κομμάτι της περιφέρεται γύρω από αυτά, έτσι;».
Ν.Π.: «Γυρνάει… Όλη μου η ζωή γυρνάει βασικά γύρω απ’ τον πρωταθλητισμό, το ποδήλατο και τις προπονήσεις μου».
Ι.Π.: «Σε βλέπω συνέχεια… Επειδή σε παρακολουθώ στο Instagram, βλέπω συνέχεια με τους φίλους σου ότι μαζεύεστε και κάνετε προπονήσεις. Έχεις έναν χώρο σαν γυμναστήριο προσωπικό».
Ν.Π.: «Ναι, ναι, ναι».
Ι.Π.: «Το οποίο νομίζω έχει γίνει χορηγία;».
Ν.Π.: «Ναι, έγινε πρόσφατα χορηγία απ’ την Technogym, που τους ευχαριστώ και πάρα πολύ γιατί η βοήθειά τους ήτανε τεράστια. Φτιάξαμε έναν χώρο τον οποίο χρησιμοποιώ και για δικές μου προπονήσεις, αλλά και για να κάνω προπόνηση σε άτομα, και γνωστούς μου και φίλους μου. Γιατί σπουδάζω και στη Γυμναστική Ακαδημία, είμαι φοιτητής στη Γυμναστική Ακαδημία. Τελειώνω -πρώτα ο Θεός- φέτος. Οπότε κάνω και την πρακτική μου ουσιαστικά. Έχω έναν χώρο τώρα που έχει τα πάντα ουσιαστικά που χρειάζεσαι για να κάνεις προπόνηση. Και προπονούμαι κι εγώ, και προπονώ και κόσμο, οπότε είναι τέλειο».
Ι.Π.: «Και σ’ έχει διευκολύνει αυτό, φαντάζομαι, στην καθημερινότητά σου».
Ν.Π.: «Πάρα πολύ, πάρα πολύ. Και στις μετακινήσεις και στον χρόνο -γιατί ο χρόνος μου είναι αρκετά περιορισμένος-, οπότε μου έλυσε τα χέρια».
Ι.Π.: «Τι έχεις να πεις για το θέμα της αναπηρίας στη χώρα μας; Πόσο έχεις αντιμετωπίσει δυσκολίες ή ταμπού ή διαχωρισμούς; Πώς το έχεις βιώσει αυτό; Δηλαδή σε τι επίπεδο θεωρείς ότι βρισκόμαστε;».
Ν.Π.: «Θεωρώ ότι πλέον ο τρόπος που βλέπει ο κόσμος τα άτομα με αναπηρία έχει αλλάξει προς το καλύτερο. Δηλαδή άμα μου έλεγε κάποιος ότι πριν από δέκα χρόνια θα ήτανε τα πράγματα έτσι, δεν θα τον πίστευα. Τώρα θεωρώ ότι ο κόσμος τα άτομα με αναπηρία τα βλέπει σαν ένα άτομο το οποίο δεν έχει καμία αναπηρία. Σέβεται το ίδιο, και περισσότερο μπορώ να πω. Σίγουρα υπάρχουνε δυσκολίες γιατί δεν έχουμε ούτε τη φιλοσοφία σε βασικά πράγματα, όπως είναι οι δρόμοι, τα Πανεπιστήμια, που είναι τα πιο βασικά, έτσι; Αλλά σίγουρα ο τρόπος που αντιμετωπίζει ο κόσμος πλέον την αναπηρία, αν εξαιρέσεις τις μεγαλύτερες ηλικίες που ‘ναι αρκετά πίσω, ο νέος κόσμος δεν διαχωρίζει πλέον την αναπηρία. Και δεν υπάρχουνε πιστεύω -θέλω να πιστεύω κιόλας- περιστατικά είτε ρατσισμού, είτε το οτιδήποτε».
Ι.Π.: «Αυτό όμως για να φτάσει να γίνει, έχει πέσει πολλή δουλειά».
Ν.Π.: «Σίγουρα, σίγουρα».
Ι.Π.: «Πολλή συζήτηση, πολλή εκπαίδευση».
Ν.Π.: «Σίγουρα».
Ι.Π.: «Εσύ ξέρω ότι γενικά επικοινωνείς με κόσμο, συμμετέχεις σε διάφορες οργανώσεις. Γενικά μιλάς πάρα πολύ. Έχεις βρεθεί και σε κάποια σχολεία ίσως; Έχεις…».
Ν.Π.: «Ναι, ναι, ναι».
Ι.Π.: «Για πες μου λίγο γι’ αυτό».
Ν.Π.: «Θεωρώ…».
Ι.Π.: «Γιατί είναι πολύ σημαντικό το ότι έρχεσαι σε επαφή εσύ».
Ν.Π.: «Ακριβώς».
Ι.Π.: «Με παιδιά».
Ν.Π.: «Ακριβώς. Θεωρώ καθοριστικό πλέον και τα social media που παίζουνε μεγάλο ρόλο. Και γενικά εγώ προσπαθώ να πηγαίνω να μιλάω και σε σχολεία που είναι μικρότερες ηλικίες, έτσι ώστε από μικρά τα παιδιά να έρθουνε σε επαφή με την αναπηρία. Να μην τη φοβούνται, γιατί παλιά γινόταν αυτό το… Είχαμε αυτό το ταμπού, ότι άμα είσαι ένα άτομο με κάποια αναπηρία, θα πρέπει…».
Ι.Π.: «Να κλειστείς στο σπίτι σου ας πούμε».
Ν.Π.: «Ναι, ναι, ναι. Το κλασικό, το παλιό. Αλλά πλέον πάω σε σχολεία για να με βλέπουν τα παιδιά, να με ρωτάνε, να βλέπουν ότι η αναπηρία δεν είναι κάτι. Μπορεί να συμβεί στον καθένα. Μπορεί σήμερα να ‘σαι αρτιμελής, αύριο να ξυπνήσεις και να έχεις ένα ατύχημα και να μην είσαι αρτιμελής. Τα social media παίζουν καθοριστικό ρόλο, που προσπαθώ κι εκεί να επικοινωνώ ότι… Να κάνω πράγματα και να δείχνω ότι η αναπηρία δεν σε περιορίζει, ούτε σε κρατάει πίσω σε ό, τι μπορεί να κάνει ο κάθε άνθρωπος. Σε ό, τι θέλεις, μπορείς να το καταφέρεις. Οπότε ναι. Προσπαθώ, όσο γίνεται, να το επικοινωνώ και να δείχνω ότι η αναπηρία μου δεν με κρατάει πίσω, για να το καταλαβαίνει κι ο κόσμος και να αρχίσει να βλέπει όλα τα άτομα με αναπηρία έτσι όπως θα έπρεπε».
Ι.Π.: «Και τα παιδιά πώς σε αντιμετωπίζουν; Τι ερωτήσεις σου κάνουνε; Και σου έχουν κάνει ας πούμε δύσκολες ερωτήσεις; Εννοώ να νιώσεις περίεργα. Και θεωρείς ότι τελικά μια τέτοια κατάσταση την αποδέχεται καλύτερα ένα παιδί ή ένας πιο μεγάλος σε ηλικία;».
Ν.Π.: «Σίγουρα τα παιδιά πλέον. Τα παιδιά αποδέχονται πάρα πολύ την αναπηρία. Εγώ τον τελευταίο καιρό που πάω σε σχολεία, τα παιδιά δεν με ρωτάνε πράγματα σε στυλ ότι “πώς δεν στεναχωριέσαι που έχεις ένα πόδι;”. Με ρωτάνε πράγματα καθαρά στο πώς ζω με ένα πόδι. Δηλαδή με ρωτάνε πώς περπατάω, πώς κάνω ποδήλατο. Δεν τους νοιάζει δηλαδή που έχω ένα πόδι. Δηλαδή πιο παλιά θυμάμαι…».
Ι.Π.: «Δεν τους τρομάζει;».
Ν.Π.: «Καθόλου, καθόλου. Τους αρέσει να έρχονται σε επαφή, να μαθαίνουν νέα πράγματα, το θαυμάζουνε πάρα πολύ. Οπότε τα παιδιά πλέον, πιστεύω, έχουν εξοικειωθεί με την αναπηρία και όσο περνάει ο καιρός θα γίνεται ακόμα και πιο καλή η κατάσταση».
Ι.Π.: «Νομίζω αυτό με το ότι τον τρομάζει κάποιον αυτό, είναι πάρα πολύ σημαντικό να το αποβάλει. Γιατί σίγουρα θα τον βοηθήσει και περισσότερο και να κατανοήσει και να αποδεχτεί».
Ν.Π.: «Ακριβώς».
Ι.Π.: «Και αν κάτι συμβεί στον ίδιον ή σε κάποιον πολύ δικό του άνθρωπο αργότερα στη ζωή του, να έχει τα εφόδια για να το αντιμετωπίσει πιο σωστά».
Ν.Π.: «Ακριβώς. Γι’ αυτό είναι και σωστό, πιστεύω, να έρχονται σε επαφή τα παιδιά με κάθε είδους αναπηρία. Γιατί τη βλέπουνε, καταλαβαίνουν ότι δεν είναι τίποτα, οπότε την αποδέχονται και μαθαίνουν να ζούνε ουσιαστικά μ’ αυτή».
Ι.Π.: «Επειδή καταλαβαίνω ότι σου αρέσει πολύ η ταχύτητα λόγω του ποδηλάτου, εκτός από ποδήλατο, μπορείς να οδηγείς και αυτοκίνητο; Υπάρχει δηλαδή τρόπος;».
Ν.Π.: «Ναι, δεν… Ένα άτομο με αναπηρία μπορεί να οδηγεί κανονικά αυτοκίνητο. Εγώ οδηγάω αυτόματο αυτοκίνητο. Μου λείπει το αριστερό μου πόδι, οπότε δεν χρειάστηκε ούτε κάποια τροποποίηση στο γκάζι-φρένο. Οδηγάω αυτόματο αυτοκίνητο».
Ι.Π.: «Α, δηλαδή μπορείς κανονικά…».
Ν.Π.: «Ναι, ναι, ναι».
Ι.Π.: «Να έχεις άδεια… Δίπλωμα οδήγησης ας πούμε».
Ν.Π.: «Ναι, ναι, ναι. Κανονικά, κανονικά. Οδηγάει κάθε άτομο. Μπορείς να μην περπατάς και να οδηγάς, να έχεις το γκάζι και το φρένο στα χέρια. Δεν υπάρχει περιορισμός σε τέτοια πράγματα».
Ι.Π.: «Ποδήλατο…».
Ν.Π.: «Μπορείς να κάνεις τα πάντα».
Ι.Π.: «Ποδήλατο ή αυτοκίνητο;».
Ν.Π.: «Ποδήλατο, με διαφορά. Με διαφορά».
Ι.Π.: «Έχεις καταλήξει τι είναι αυτό που σου δίνει δύναμη να προχωράς στην καθημερινότητά σου και να ξεπερνάς τα εμπόδια; Πέρα από την αγάπη σου για τον αθλητισμό, που σίγουρα είναι ένα πολύ μεγάλο κίνητρο για όλους τους ανθρώπους και ειδικά για τα παιδιά. Γιατί αυτό που είπες πριν με τους στόχους, μου το λέγαν και μένα στο νοσοκομείο όταν ήμουνα. Ότι πρέπει να βάζεις στόχους, γιατί ο στόχος θα σου δώσει κίνητρο να σηκωθείς και να τον κυνηγήσεις».
Ν.Π.: «Ακριβώς».
Ι.Π.: «Εκτός όμως απ’ αυτό, δηλαδή σε χαρακτηριστικά προσωπικότητας. Ποια είναι αυτά τα χαρακτηριστικά που πιστεύεις ότι έχεις και σε έχουν κάνει… και σε έχουν βοηθήσει να ξεπεράσεις όλο αυτό το… το εμπόδιο;».
Ν.Π.: «Δεν θέλω να χάνω εγώ με τίποτα».
Ι.Π.: «Ωωω, ανταγωνιστικός».
Ν.Π.: «Θέλω να ‘μαι πάντα… Ναι. Θέλω να… Σε ό, τι κάνω, να ‘μαι ο καλύτερος και πάντα να ‘μαι πρώτος. Δεν μπορώ να χάνω με τίποτα. Είναι ένα πράγμα που με έχει βοηθήσει σε ό, τι έχω κάνει. Κίνητρο επίσης μου δίνει οι σκέψεις που κάνω για το τι έχω περάσει, τι έχω αφήσει πίσω μου, το τι… τι θα μπορούσε να μου ‘χει συμβεί. Οπότε αυτό είναι πραγματικά ένα μεγάλο boost που μου δίνει συνέχεια. Γιατί όταν είμαι σε μια δύσκολη κατάσταση, δεν είμαι καλά ψυχολογικά, θυμάμαι το που ήμουνα πριν λίγα χρόνια, το που θα μπορούσα να ήμουνα τώρα, οπότε λέω “είμαι πάρα πολύ καλά”, “σήκω, συνέχισε, κυνήγησε αυτά που θέλεις και προχωράμε”».
Ι.Π.: «Εκτός από τον πρωταθλητισμό, τι άλλο θα ήθελες να πετύχεις; Που αλλού θα ήθελες να πετύχεις στη ζωή σου;».
Ν.Π.: «Θέλω να τελειώσω τη σχολή μου, να ασχοληθώ και προπονητικά με τον αθλητισμό σίγουρα. Στόχος μου… Θα ήθελα να κάνω μια οικογένεια στο μέλλον, όπως είναι η δική μου. Έτσι, να κάνω και παιδάκια και όλα. Μ’ αρέσει πάρα πολύ το όλο αυτό το σκηνικό. Να ανοίξω ένα δικό μου γυμναστήριο στο μέλλον, να ασχοληθώ μ’ αυτό. Να βοηθήσω ανθρώπους και παιδιά τα οποία αντιμετωπίζουνε την ίδια αναπηρία με μένα. Να τους κάνω να ασχοληθούνε με τον αθλητισμό, να… Όχι μόνο με τον αθλητισμό. Να αποδεχτούν τον εαυτό τους και να καταφέρουνε πράγματα τα οποία θέλουν εκείνα».
Ι.Π.: «Εγώ έχω να πω ότι… Τώρα είναι ηχητικό το podcast, αλλά σε όσους μας ακούνε, θέλω να πω ότι ο Νίκος είναι ένας κούκλος. Είναι και πανέμορφος, και πολύ καλό παιδί, και πολύ ευγενικός. Σου εύχομαι να πετύχεις όλα σου τα όνειρα κι ακόμα παραπάνω. Τ’ αξίζεις. Να συνεχίσεις μ’ αυτή τη δυναμική. Βοηθάς πάρα πολύ κόσμο, το ξέρεις. Και πιστεύω ότι αυτό σου δίνει και κίνητρο για να συνεχίσεις να το κάνεις».
Ν.Π.: «Σίγουρα, ναι. Σίγουρα».
Ι.Π.: «Είμαι σίγουρη ότι έχουμε να μάθουμε και να ακούσουμε πάρα πολλά ακόμα ευχάριστα από σένα και για σένα. Σ’ ευχαριστώ πάρα πολύ που ήσουν εδώ σήμερα. Και σ’ ευχαριστώ που δεν τα παρατάς».
Ν.Π.: «Ευχαριστώ εγώ πάρα πολύ. Ήτανε χαρά μου και τιμή μου που κάναμε αυτό το podcast μαζί. Κι εγώ σου εύχομαι από μεριάς μου ό, τι καλύτερο. Σε θαυμάζω κι εγώ. Και εύχομαι πραγματικά ό, τι, ό, τι καλύτερο».
Ι.Π.: «Να ‘σαι καλά».
Μουσική
Ήταν το podcast “ΙΩΑΝΝΑ”, με την Ιωάννα Παλιοσπύρου.
Παραγωγή – Επιμέλεια: Γιούλα Ράπτη.
Στους ήχους ο Γιώργος Βαβανός.
Οι συγκλονιστικές ιστορίες συνεχίζονται με νέους καλεσμένους στα επόμενα επεισόδια. Μπορείτε να στέλνετε τα μηνύματά σας για την Ιωάννα στο email: ioanna@pod.gr.
Μια παραγωγή του pod.gr. Αναζητήστε τα podcast που σας ενδιαφέρουν στο pod.gr, apple podcast, google podcast και σε οποιαδήποτε άλλη εφαρμογή ακούτε podcast από το κινητό σας.